"Περί του εν Ιεροσολύμοις αγίου φωτός». Tου Αδ. Κοραή.
ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ: ΦΩΤΙΟΣ - ΚΑΛΛΙΜΑΧΟΣ ΜΕΡΟΣ Α
Φ. Σ’ ερώτησα και άλλοτε, και δεν ηθέλησες ποτέ να με φανερώσεις καθαρά την γνώμη σου.
Κ. Περί τίνος;
Φ. Περί του εις Ιερουσαλήμ θαυματουργούμενου αγίου φωτός.
Κ. Άγιον φως άλλο δεν γνωρίζω παρά το «Φως εκ φωτός, θεόν αληθινόν εκ θεού αληθινού» ως μαρτυρεί το Σύμβολο της πίστεως.
Φ. Ουδέ εγώ αμφιβάλλω περί τούτου. Αλλ’ εις τούτου του Φωτός τον τάφον, αν πιστεύσωμεν τους αγιοταφίτας και τους επιστρέφοντας από την Ιερουσαλήμ προσκυνητάς, φαίνεται κατ’ έτος άλλο φως υλικόν, εκ του οποίου ανάπτουν οι προσκυνηταί τας λαμπάδας των.
Κ. Τρόπους και μέσα να φωτίζωσι το σκότος ευρήκασι οι άνθρωποι πολλά, και η πρόοδος της φυσικής επιστήμης τους εδίδαξε πλειότερα.. Εις τα φωτισμένα της Ευρώπης έθνη σήμερον, το πλέον ασθενές παιδάριον, η πλέον χυδαία γυνή, ανάπτουν φως, εις ριπήν οφθαλμού, με τα γνωστά φωσφορικά πυρεία (briquets phosphoriques).
Φ. Τα γνωρίζω.Κ. Με κανένα τρόπον παρόμοιον πιθανόν ότι ανάπτει τις πρώτον επάνω του αγίου τάφου την λαμπάδα του, κ´ επειτ´ απ´ αυτήν οι λοιποί τας ιδικάς των.
Μπίζνα δηλαδή ισχυρίζεται ο Αδαμάντιος. Και πλακώνουν τα ψιμάρια οι προσκυνητές και γεμίζουν τα παγκάρια. Είναι πολλά τα λεφτά Άρη, εν Χριστώ αδελφέ!
Αυτή η μπίζνα τα παλιά τα χρόνια δεν έχαιρε της σημερινής ακωλύτου λειτουργίας. Ήταν και κάτι ζαγάρια Σαρακηνοί εκεί κάτω και σούφρωναν μερίδιο απ’ τα κέρδη. «Καθίστε ,ρε μάγκες »,τους είπαν οι Χριστιανοί μπίζνεσμεν. «Εμείς θα κάνουμε τα θαύματα κι εσείς θα παίρνετε το χοντρό το μέρισμα; Άστε που δεν βάλατε και φράγκο στο χτίσιμο της κομπίνας. Για μαζευτείτε λιγουλάκι γιατί το παραχέσατε το πράμα!»
Τίποτις αυτοί οι αγριάνθρωποι. Εκεί, επιμονή στο νταβατζιλίκι! Κι επειδή τους τα έσπαγαν οι χριστιανοί μοναχοί με τη γκρίνια τους, του την έδωκε μια μέρα του Σουλτάνου Βαμριλλάχ και τους έκανε το μαγαζί λαμπόγυαλο. Άσε που τους είπε κι απατεώνες. Είδαν κι απόειδαν οι θαυματοποιοί, κάθισαν , έσπασαν τις άγιες κεφάλες τους και τη βρήκανε τη λύση.
«Λοιπόν, πρέπει να φωνάξουμε βοήθεια. Δουλειά μ αυτούς τους ημιάγριους τους Σαρακηνούς δε γίνεται. Αυτοί δεν χορταίνουν με τη γερή τη μίζα. Θέλουν ολάκερο το κομμάτι. Ναι, αλλά πώς θα πείσουμε τα πρόβατα να πάρουν τα όπλα και να κατέβουν να λιανίσουν αυτούς τους αλλόθρησκους; Έτσι στο ξεκάρφωτο ,δεν τσιμπάνε. Τριγυρνάει κάπου εδώ όμως ένα λαμόγιο μοναχός που ήρθε ως προσκυνητής και πάνω στη μετάνοια πέρασε ένας Σαρακηνός και του ’ χωσε ,έτσι για να κάνει χάζι, ένα σφάλιαρο σβουριχτό στο σβέρκο. Αυτός από κείνη τη μέρα μυξοκλαίει κι οπου βρεθεί κι όπου σταθεί διαμαρτύρεται για το πάθημά του. Κι επειδή τα λέει καλά μαζεύει και κάτι κορόιδα τριγύρω που τον χειροκροτάνε. Ρε δεν τον στέλνουμε πίσω στας Ευρώπας να μαζέψει κόσμο;»
Του ‘χωσαν και το σχετικό μπαχτσίσι στη φαρδιά τσεπούκλα και τον ξαπόστειλαν για το σχετικό πομπάρισμα. Αυτός ο διαβολόπαπας έκανε μεγάλο σαματά. Κάτι σαν το Βγενόπουλο της εποχής ένα πράμα. Ήταν και πονηρούλης όμως. Με το σταυρό στο χέρι μόνο, δεν γίνεται προκοπή σκέφτηκε. Κι εκεί που ερητόρευε για αλλόθρησκους, βαρβάρους, ημιάγριους, άφηνε και κάνα υπονοούμενο για το βιός τους. Τι διαμάντια, τι μαργαριτάρια, τι πιλάφια, τι ουρί του Παραδείσου.
Το’ πιασαν το υπονοούμενο οι φτωχομπινέδες της εποχής και πύκνωσαν τις γραμμές του αρχιλαμόγιου. Στρατό ολόκληρο έφτιαξε ο Εφραιμ της εποχής. Κλεφτοκοτάδες, παπατζήδες,χαρτόμουτρα, νταβατζήδες και κάτι βόδια Χριστιανοί άρπαξαν κάτι σκούρια μαχαίρια και τον κόπανο της θειας τους ,έραψαν κι ένα σταυρό πάνω τους κι ετοιμάσθηκαν για την εκστρατεία.
Η κουφάλα ο Πάπας την ανθίστηκε τη δουλειά. Άσε που ήταν μιλημένος ήδη. «Έχει ψωμί εδώ», σκέφτηκε. "Αλλά με τα γιουρούσια του τραγογένη σιγά μην τους πάρουμε τους Αγίους Τόπους". Έτσι κάθισε με κάτι άλλους αρχιτράγους κι οργάνωσε στρατό συντεταγμένο. Παράλληλα άφηνε και τον Κουκούπετρο, έτσι ήταν το παρατσούκλι του Βγενοεφραίμ, να κάνει τη θεάρεστη δουλειά του. Μάζευε κόσμο ο λιγδιάρης. Τρελός ήταν να τον προγκήξει;
Θα μου πεις τώρα από κι ως που λιγδιάρης ο μοναχός. Μεγάλη μπίχλα σου λέω. Με το νερό είχε τόση σχέση όση οι μέτοχοι της Μιγ με το χρηματιστήριο. Έμενε στις ερημιές, κοιμόταν στις σπηλιές. Γι αυτό τον λέγανε και ερημίτη. Το μικρό του ήταν Πέτρος.
Μη νομίζετε τώρα πως όλα αυτά τα έκανε ο Πέτρος επειδή του άρεσε η ασκητική ζωή κι εγκατέλειψε τα εγκόσμια για να ρίχνει ανενόχλητος τα Πατερημά του στις λαγκαδιές . Κόλπο ήτανε. Έτσι έβγαλε τη φήμη του Αγίου. Κι όταν κατέβαινε στα χωριά, λεφούσι τρέχανε οι πιστοί ν’ ακούσουν τα λόγια του τα σοφά. Είχε, βέβαια, προηγηθεί και το σχετικό αβαντάρισμα. .Ο Άγιος δεν ήταν μαλακοπίτουρας. Έβαζε τους αβανταδόρους να διαλαλούν τον ερχομό του και μετά κατέβαινε απ’ τα βουνά. Και να κρέμονται σα τα σταφύλια, σκαρφαλωμένοι στα δέντρα οι πιστοί για να τον ακούσουν.
Τις νύχτες που ακολουθούσαν ο Κουκούπετρος την έβγαζε στο σπίτι καμιάς πιστής που τσακιζόταν να τον περιποιηθεί. Τώρα πώς τύχαινε κι όλες οι οικοδέσποινες ήταν χηρευάμενες ή ζωντοχήρες, ένας Θεός ήξερε. Τσάκιζε που λες ο Πετράκης τα κοψίδια, στραμπούλαγε τα κοτόπουλα, ρούφαγε και τα κατοστάρια του απ' το κελλάρι της χαροκαμένης ή της διψασμένης και την άραζε στα στρωσίδια. Συγχώρναγε και τις αμαρτίες τους βάζοντάς τες να εξομολογηθούν στα γόνατά του. Είχαν να το λένε μαυροφορεμένες και μη. Ο Άγιος ήταν μάγκας στην εξομολόγηση.
Κι έτσι ο Κουκούπετρος έγινε Στρατηλάτης των Σταυροφόρων. Του κώλου, δηλαδή ,γιατί όπως θα σας πω σε επόμενο επεισόδιο τον περιέλαβαν οι Τουρκαλάδες και του ‘καναν τον πωπό μπουγαδοκόφινο. Αλλά αυτά μετά την Ανάσταση του Κυρίου……………
...και τον φωναζαν......
ΑπάντησηΔιαγραφήγεια σου Πετρο γεια σου Πετρο
που τον εχεις ενα μετρο
Kaι με μισό γινόταν η δουλειά του.........
ΑπάντησηΔιαγραφήτο φερνουν ,το φερνουν με το πρωθυπουργικο αεροπλανο.
ΑπάντησηΔιαγραφήγιατι δεν το αναβαν ΕΔΩ που ειναι πιο φτηνα?
το καλη ανασταση τι τόθελες?
ΑπάντησηΔιαγραφήμηπως εννοουσες καλη αναστυση?
Κι αυτή ,ανάσταση είναι!
ΑπάντησηΔιαγραφή