Κυριακή, 13 Ιουλίου 2008 12:55
"Στον τέταρτο όροφο έχουμε πάρτυ. Ευχαριστούμε για την κατανόηση".
Η σελίδα Α4 κολλημένη ανάμεσα στα δύο ασανσέρ. Ένα σχεδιάκι ,όμοιο με αυτά που σκάρωναν στα μαθητικά λευκώματα, "στόλιζε" τη γύμνια του υπολογιστικού κειμένου.Περίμενα το αριστερό, καθώς στο δεξί μπήκε υπέρβαρη χαμογελαστή κυρία με κάτι κουτιά σαν τραπέζια του πιγκ- πογκ εγκλωβισμένα στις μπροστινές δαγκάνες της. Μύριζαν η μύριζε φαγητίλα;
Από μέσα ακουγόταν τραγούδι του Πασχάλη. Η εξώπορτα έτριζε από την ένταση.Είχα αργήσει αρκετά. Δέκα μου είχε πει η παλιά φίλη και συμφοιτήτρια κι ήταν δώδεκα. Είχα να τη δω χρόνια πολλά. Αυτή που μου άνοιξε δεν πρέπει να ήταν η Σοφία.Το μαλλί καστανό, κορακί το θυμόμουν, ίσιο, θάμνο είχα στη μνήμη μου,το δέρμα τσίτα σα τεντωμένο τσιγαρόχαρτο.
-Κώστα μου! Κι ένα χαμόγελο σα γκαραζόπορτα με υποδέχθηκε."Μη θα σκιστεί!" ,πήγα να φωνάξω ,αλλά είχα χάσει τον παληό μου αυθορμητισμό.
-Σοφάκι, μιά κούκλα είσαι!
Πρέπει να ήμουν πειστικός γιατί η γκαραζόπορτα άνοιξε λίγο ακόμη. Την επομένη θα χρειαζόταν σίγουρα ένα μπότοξ- σέρβις, λόγω καταπόνησης.
Ελάχιστους ήξερα. Έπιασα τραπεζάκι γωνία στην απίστευτη ταράτσα του ρετιρέ στο Καβούρι. Φάτσα Αίγινα και Σαλαμίνα και δεξιά η Ακρόπολη.Μπαλκονάρα .Το Σοφάκι ,το φυσούσε το παραδάκι.
Η πρόσκληση έλεγε "μετά συζύγων". Άρχισα να παρατηρώ τις ραφιναρισμένες αντίκες. Το θράσος τους ήταν απερίγραπτο.Τα ξώπλατα έδιναν κι έπαιρναν. Μερικά με τόσο βαθιά ντεκολτέ που η χαραμάδα κατά μήκος της ράχης διακρινόταν σε όλη τη διαδρομή της μέχρι την εκβολή της στην κοιλάδα των λαγόνων. Οι ελαστικοί μπροστινοί αερόσακοι χάρμα οφθαλμών. Τα φορέματα τόσο κολλητά και διάφανα που το στρινγ-οδοντικό νήμα σε καταντούσε εξώφθαλμα υπερθυρεοειδικό. "Εδώ είμαστε", σκέφτηκα.
Πολλές οι ασυνόδευτες. Όχι πως οι συνοδευόμενες είχαν πρόβλημα. Απλώς ,μετά από έναν -όχι σύντομο -διάλογο, περνούσαν και για ένα "γειά" από τον αραχτό σύζυγο και επέστρεφαν δριμύτερες. Οι άλλες αγκυροβολούσαν.. Ανάκριση κανονική.
"Πώς από δω; Από πού την ξέρετε τη Σοφία; Α, συνάδελφοι! Πολύ ενδιαφέρον! Και συμφοιτητές; Καλέ, εσείς φαίνεστε γιός της! "
Οχιές διμούτσουνες. Τζάμπα ,Σοφάκι μου, τα μπότοξ σου.Οι φιλενάδες σου δε μασάνε τα λόγια τους.
Σφύριξα τρία Τζώννυ μαύρα.Σηκώθηκα να χαιρετήσω.
-Καλέ, που πάτε;
-Πρέπει να φύγω.
-Μέσον έχετε; Εγώ ήρθα με ταξί. Και τέτοια ώρα θα δυσκολευτώ.
-Ευχαρίστως! Άλλωστε, στο δρόμο μου είστε.
Η κούρσα που ακολούθησε, άλλο πράμα. Απολαυστικές ,αυτές οι αντίκες- κάμπριο.
"Στον τέταρτο όροφο έχουμε πάρτυ. Ευχαριστούμε για την κατανόηση".
Η σελίδα Α4 κολλημένη ανάμεσα στα δύο ασανσέρ. Ένα σχεδιάκι ,όμοιο με αυτά που σκάρωναν στα μαθητικά λευκώματα, "στόλιζε" τη γύμνια του υπολογιστικού κειμένου.Περίμενα το αριστερό, καθώς στο δεξί μπήκε υπέρβαρη χαμογελαστή κυρία με κάτι κουτιά σαν τραπέζια του πιγκ- πογκ εγκλωβισμένα στις μπροστινές δαγκάνες της. Μύριζαν η μύριζε φαγητίλα;
Από μέσα ακουγόταν τραγούδι του Πασχάλη. Η εξώπορτα έτριζε από την ένταση.Είχα αργήσει αρκετά. Δέκα μου είχε πει η παλιά φίλη και συμφοιτήτρια κι ήταν δώδεκα. Είχα να τη δω χρόνια πολλά. Αυτή που μου άνοιξε δεν πρέπει να ήταν η Σοφία.Το μαλλί καστανό, κορακί το θυμόμουν, ίσιο, θάμνο είχα στη μνήμη μου,το δέρμα τσίτα σα τεντωμένο τσιγαρόχαρτο.
-Κώστα μου! Κι ένα χαμόγελο σα γκαραζόπορτα με υποδέχθηκε."Μη θα σκιστεί!" ,πήγα να φωνάξω ,αλλά είχα χάσει τον παληό μου αυθορμητισμό.
-Σοφάκι, μιά κούκλα είσαι!
Πρέπει να ήμουν πειστικός γιατί η γκαραζόπορτα άνοιξε λίγο ακόμη. Την επομένη θα χρειαζόταν σίγουρα ένα μπότοξ- σέρβις, λόγω καταπόνησης.
Ελάχιστους ήξερα. Έπιασα τραπεζάκι γωνία στην απίστευτη ταράτσα του ρετιρέ στο Καβούρι. Φάτσα Αίγινα και Σαλαμίνα και δεξιά η Ακρόπολη.Μπαλκονάρα .Το Σοφάκι ,το φυσούσε το παραδάκι.
Η πρόσκληση έλεγε "μετά συζύγων". Άρχισα να παρατηρώ τις ραφιναρισμένες αντίκες. Το θράσος τους ήταν απερίγραπτο.Τα ξώπλατα έδιναν κι έπαιρναν. Μερικά με τόσο βαθιά ντεκολτέ που η χαραμάδα κατά μήκος της ράχης διακρινόταν σε όλη τη διαδρομή της μέχρι την εκβολή της στην κοιλάδα των λαγόνων. Οι ελαστικοί μπροστινοί αερόσακοι χάρμα οφθαλμών. Τα φορέματα τόσο κολλητά και διάφανα που το στρινγ-οδοντικό νήμα σε καταντούσε εξώφθαλμα υπερθυρεοειδικό. "Εδώ είμαστε", σκέφτηκα.
Πολλές οι ασυνόδευτες. Όχι πως οι συνοδευόμενες είχαν πρόβλημα. Απλώς ,μετά από έναν -όχι σύντομο -διάλογο, περνούσαν και για ένα "γειά" από τον αραχτό σύζυγο και επέστρεφαν δριμύτερες. Οι άλλες αγκυροβολούσαν.. Ανάκριση κανονική.
"Πώς από δω; Από πού την ξέρετε τη Σοφία; Α, συνάδελφοι! Πολύ ενδιαφέρον! Και συμφοιτητές; Καλέ, εσείς φαίνεστε γιός της! "
Οχιές διμούτσουνες. Τζάμπα ,Σοφάκι μου, τα μπότοξ σου.Οι φιλενάδες σου δε μασάνε τα λόγια τους.
Σφύριξα τρία Τζώννυ μαύρα.Σηκώθηκα να χαιρετήσω.
-Καλέ, που πάτε;
-Πρέπει να φύγω.
-Μέσον έχετε; Εγώ ήρθα με ταξί. Και τέτοια ώρα θα δυσκολευτώ.
-Ευχαρίστως! Άλλωστε, στο δρόμο μου είστε.
Η κούρσα που ακολούθησε, άλλο πράμα. Απολαυστικές ,αυτές οι αντίκες- κάμπριο.
Τελικά ποιά από όλες σου κόλλησε;
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλά ρε συ doc τι αντίκα κάμπριο μας λες. Ο Κόσμος πλέον παίρνει αυτοκίνητα μικρά, οικολογικά και με φιμέ τζάμια μπρος πίσω, για τις γρήγορες εξυπηρετήσεις!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ καλό. Μού θύμισε καί λίγο Μέηλερ. Ο usoundιος ήρως σέ άλλο μήκος κύματος από ότι μάς έχει συνηθίσει. Σαρκάζει καί αυτοσαρκάζεται.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝά υποθέσουμε πώς αφετηρία της ιστορίας είναι το προσωπικό βίωμα η κάποιες φαντασιώσεις του συγγραφέα;
γελιο μεχρι δακρυων μου θυμισες και τη νικολ, τι γελιο καναμε, τι να γινεται αυτη η ψυχη;...
ΑπάντησηΔιαγραφήMου πηρε ωρα, αλλα το διαβασα. το παλιο, στο lifo .
ΑπάντησηΔιαγραφήBlues, thanks...............