Τηλεόραση εγώ δεν βλέπω, το έχω ξαναπεί. Ούτε πολιτικές εφημερίδες διαβάζω, διότι είμαι από παλιά αλλεργικός στους κάθε λογής Κουρήδες. Ακούω όμως αρκετό ράδιο. Ραδιόφωνο εννοώ, όχι το άλλο, το στοιχείο, που τ’ ανακάλυψαν οι Κιουρήδες, η Μαρί κι ο Πιέρ, αλλά το πληρώσαν με θάνατο. Ακούω λοιπόν το ραδιάκι μου, που είναι καλή περίπτωση, διότι δεν είσαι υποχρεωμένος και να βλέπεις τη φάτσα του κάθε κρετίνου, τον ακούς μόνο, που κέρδος είναι κι αυτό.
Από χτές λοιπόν έχουνε λυσσάξει με τον Παληοκώστα και τον συνεργό του, τον Παληοαλβανό. Και πώς και γιατί και «αίσχος» και «ντροπή» και «γινήκαμε ρεζίλι» «και παρέλυσε το κράτος», φίλε έφυγε ο Στράτος ή μάλλον ο Ριζάης ο Αλμπανός έφυγε και να πάει στο καλό, ούτως ή άλλως φύρα ήτανε.
Μεγάλη απορία είχανε ορισμένοι, γιατί λέει «-δεν είχανε βάλει συρματόπλεγμα στην ταράτσα του Κορυδαλλού». Βγήκε ένας και τους εξήγησε κάτι για τη Σύμβαση της Ρώμης, περί των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που απαγορεύει να μπαίνει κοτετσόσυρμα από πάνω, προφανώς για να βλέπουν οι κρατουμένοι γαλάζιο ουρανό, δίχως να αισθάνονται σαν κοτόπουλα Μιμίκου.
Ακριβώς στο σημείο εκείνο της εκπομπής, θέλησα να παρέμβω τηλεφωνικώς, για να προτείνω κάποιες πρακτικές λύσεις, ούτως ώστε να ξεπερασθεί το εμπόδιο της συνθήκης των Σεβρών. Όπως ας πούμε να σπείρουνε την ταράτσα με τηλεοπτικές κεραίες, ψηλές ίσαμ’ αυτές του Περισσού, που πιάνουν έως και Βλαδιβοστόκ. –Πώς να ζυγώσει μετά ελικόπτερο, με τόσες κεραίες, μου λες ?
Και αν ρωτήσει κάνας περίεργος, απ’ αυτούς τους επιθεωρητές των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, «-τι στο διάολο τις θέτε ρε τόσες κεραίες ?», θα έχουν ως γερή πρόφαση το γεγονός ότι η Ελλάς διαθέτει τόσο πλούσιο τηλεοπτικό πρόγραμμα, που θα ήταν αμαρτία οι καημένοι οι κρατούμενοι να αποστερούνται της αντικειμενικής ενημερώσεως, των επιμορφωτικών εκπομπών και της εν γένει τηλεοπτικής κουλτούρας. Είπαμε, να εκτίσουν την ποινή τους, αλλά όχι και να τους κόψουμε τα στοιχειώδη, τσιγάρο, νερό και Βερύκιο. Έτσι, και τα ελικόπτερα θ’ αποδιώχναμε, αλλά και μάγκες ανθρωπιστές θα βγαίναμε από πάνω.
Δεν είχα όμως μονάδες στο καρτοκινητό, ούτως ώστε να παρέμβω κι έτσι η ιδέα μου –τί ιδέα, πατέντα πες καλύτερα- πήγε ανεκμετάλλευτη, όπως όλες οι χρήσιμες εμπνεύσεις, σ’ αυτόν τον καταραμένο τόπο.
Μετά, έγινε πολλή κουβέντα για το κομπολόϊ. Μη που πείς ότι δεν ξέρεις για το κομπολόϊ ! Στην πρώτη του –λέει- απόδραση, ο Παληοκώστας δεν είχε τίποτις άλλο να φιλέψει τον πιλότο του ελικοφτέρου και έτσι του δώρισε το ίδιο του το κομπολόϊ, ως «ενθύμιον αεροπειρατείας/αποδράσεως». Κι ευτυχώς που το είχε κι αυτό το κομπολόϊ μαζί του, διότι –εάν δεν το είχε- τέτοιος κιμπάρης που είναι ο Παληοκώστας, ήταν ικανός να βγάλει το σώβρακό του, να το δώσει στον πιλότο ή –ακόμη χειρότερα- τις κάλτσες του. Κάτι, τέλος πάντων, να μη φύγει ο πιλότος με χέρια αδειανά.
Περιεστράφη λοιπόν η συζήτησις περί του κομβολογίου τούτου. -Κεχριμπαρένιο ήτανε ή μήπως πλαστικούρα ? -Βρε μπας κι ήτανε απ’ αυτά που σιάχνανε οι εαμοβουλγάροι, κατά τον συμμοριτοπόλεμον, από ανθρώπινες απολήξεις (μην σας πώ τι είδους απολήξεις, διότι θα σας σηκωθεί η τρίχα κάγκελο. Απλώς σας παραπέμπω στο σχετικόν σύγγραμμα του Γενικού Επιτελείου Στρατού, "Η Πατρίς κατά τον Συμμοριτοπόλεμον/Φωτιά και Τσεκούρι", Α΄έκδοσις, 1949, τόμος ΙΙ σελ. 345 επ. και θα φρίξετε).
Τέλος πάντων, ουδείς ήξερε λεπτομέρειες γι αυτό το κομπολόϊ. Μόνον η Ασφάλεια ξέρει, λέει, διότι το ιστορικό αυτό κειμήλιο το ήθελαν για πειστήριο κι έτσι του φουκαρά του πιλότου του το κατάσχεσαν. Όπως και τη συζήτηση, την κατάχεσαν, εδώ που τα λέμε. Κομπολογής και για να μην πλατειάζουμε, το συμπέρασμα ήταν πως ο Παληοκώστας είναι κατά βάθος καλό παιδί, διαπνεόμενο από τα ιδανικά των παλαιάς κοπής ληστών, τύπου Γιαγκούλα και Νταβέλη, λεβέντης κι ανοιχτοχέρης και έχει βοηθήσει πολύ κόσμο, ιδίως δε υπόκοσμο.
Υπ’ αυτήν την σκοπιά, η θεαματική Ανάληψίς του εις Ουρανούς, είναι πράξις συγχωρητέα για τον ίδιον, πλην όμως ασυγχώρητος δια τους σωφρονιστικοί υπαλλήλοι και την υπερεσία της φυλακής. Γραμμένα είναι αυτά, παλαιόθεν : «Άγγελοι θαυμάζουσιν, άνθρωπον ορώντες υπεράνω αυτών». Και παρακάτω : «Άρατε πύλας οι άρχοντες ημών, πάντα τα έθνη κροτήσατε χείρας». Μωρέ κροτήσανε, και χειροκροτήσανε, απομένει μόνον η αγιοποιήσις του αναληφθέντος και περιμένουμε βέβαια και την Πεντηκοστή, να δούμε και την επιφοίτηση.
-Ποιές θα είναι τώρα οι επόμενες κινήσεις του Παληοκώστα, ανέκυψε το εύλογο ερώτημα. Εγώ λέω –κι ήθελα να το πώ και με παρέμβασή μου, αλλά ας όψονται ο μονάδες του καρτοκινητού- ότι πρωτίστως θα κουτουπώσει την άγνωστη γυναίκα-αράχνη-συνεργό, που τον συνέδραμε κατά την απόδραση. Λογικό, αν αναλογισθεί κανείς το μακρό διάστημα της κρατήσεως.
Όπως μάλιστα ετόνισε και ο ρεπόρτερ/ερευνητής Σώμπολος, αυτές οι γυναίκες ερωτεύονται παράφορα τους κακοποιούς και θα έφταναν στα άκρα για πάρτη τους. Κάτι θα ξέρει ο Σώμπολος, πολύ μπρουτάλ τύπος, που ‘χει και ένα «τούτο» κακοποιού.
Η επόμενη προβλέψιμη κίνηση του δραπέτη, αμέσως μετά το σχετικό κουτούπωμα, θα είναι να πάει ν’ αγοράσει ένα καινούργιο κομπολόϊ. Εκεί, πιστεύω εγώ, ότι είναι η χρυσή ευκαιρία της Ασφάλειας να τσιμπήσει τον Παληοκώστα. Να πάνε να τη στήσουν έξω απ' όλα τα κομπολογάδικα (-πόσα είναι πιά σε όλη την Ελλάδα ?) και να περιμένουν να σκάσει μύτη ο μάγκας.
Να τον αφήσουν να μπεί μέσα και τότε να μπουκάρουν. Χειροπέδες και ξανά πίσω στη φυλακή. Μόνο που αυτή τη φορά, η ταράτσα θα είναι διάσπαρτη από κεραίες. Να μη ζυγώνει μήτε χελιδόνι, όχι ελικόπτερο. Εκεί να σε δώ ρε Παληοκώστα, από πού διάβολο θα φύγεις. Θα μου πεις, και δεν καλείς ένα ραδιοταξάκι, να σε περιμένει απ όξω από την πύλη ?