Ήτανε κάτι παιδιά στο δημοτικό, παχύσαρκα κι ατσούμπαλα, χοντροκωλαράδες ολκής και κουραδομηχανές βιομηχανικής παραγωγής, μονίμως μπουκωμένα με γαριδάκια από το κυλικείο και σάντουιτς από το σπίτι. Μόνο φαϊ και σκατό ήτανε κι από κίνηση μηδέν. Η ζωή είναι σκληρή και τα παιδιά σκληρότερα. Λοιπόν, αυτούς τους χοντρούληδες, δεν τους έπαιζε κανένα άλλο μούλικο στο διάλειμμα. Άντε, να τους κάναμε καμιά τράκα στα γαριδάκια τους. -Σε τί παιχνίδι να τους παίξεις, δηλαδή ; Στη μακρυά γαϊδούρα, έτσι και σκάσει το βουβάλι στη ράχη σου, θα σου κάνει τη σπονδυλική στήλη θρύψαλα. Στο κυνηγητό, άσε καλύτερα, μη σε πατήσει κιόλας και σου λιανίσει το μετατάρσιο. -Στη μπάλα ; -Καλά, εδώ γελάμε. -Τι μπάλα να παίξει ο ελέφας του Αννίβα ; Μόνο τους πιό καλόβολους απ’ αυτούς, τους βάζαμε καμιά φορά να υποδύονται το δοκάρι. Κι άμα ήσαντε και φιλότιμοι και τηρούσαν τη στατικότητα καταπώς έπρεπε, τότε τρώγανε οι φουκαράδες και καμμιά μπαλιά στ’ αρχίδια κι έσκουζαν σαν τα μοσχάρια στη σφαγή. Είναι δύσκολος ο ρόλος του δοκαριού, μα και άχαρος. Κι επίπονος, σε κάποια δόση.
Από την άλλη, ήτανε στο σχολείο και κάνα-δυό πιτσιρικάδες, με τη μπάλα τυπωμένη στο Dna τους. Παιχταράδες, αλάνια πρώτης. Τους βλέπαμε -εμείς οι υπόλοιποι του μέσου όρου- μες το «γήπεδο» και τους χαζεύαμε. Δεν παιζόντουσαν τα παιδάκια, όσο και να προσπαθούσαμε να τους χαλάσουμε το παιχνίδι τους. Αρπάζανε τη μπάλα από κάτω, μας περνούσαν όλους στη σειρά και μας το κάρφωναν το μπαλάκι, εν ψυχρώ. Έφτυναν μετά και μια ξεγυρισμένη ροχάλα στο χώμα, για επικύρωση του τέρματος, όλο μαγκιά, όπως είχαν δει να κάνουν οι μεγάλοι παίκται, που λέει και ο Αλέφας. Έτσι είν’ αυτά τα πράγματα, έμφυτα. Μόνο τα φυσικά ταλέντα προχωράνε. Και μην ακούς μαλακίες, που λένε για «καλή εξωγηπεδική ζωή» και τέτοια. -Τι σημαίνει δηλαδή εξωγηπεδική ζωή ; Εσωγηπεδική είναι μόνο ενενήντα λεπτά αγώνα τη βδομάδα και κάποιες ώρες προπονήσης. Όλη η υπόλοιπη είναι εξωγηπεδική κι άμα δεν τη ζήσει ο παίχτης στην ώρα της, αντίο. Γι αυτό, όλοι οι μεγάλοι παιχταράδες της ιστορίας, ήτανε ταυτόχρονα και γλεντζέδες περιωπής. Όλοι τους. Κι αν εξαιρέσεις δυό-τρεις που το παρακάνανε στο ρούφα-σνίφα, αλά Ντιέγκο και Τζωρτζ Μπεστ, ας πούμε, όλοι οι άλλοι και καρριέρες ολοκληρώσανε, μα και ξεσκιστήκανε και στις καταχρήσεις και γενικώς.
Τέτοιος παιχταράς ήταν από μικρός κι ο Απόστολος. Ταλεντάρα. Και Παίδων είχε παίξει, καθώς κι Ελπίδων ένα φεγγάρι. «Ιουγούρθα» τον φωνάζανε, επειδή ήταν πολύ δυνατός στις μονομαχίες και αγριωπός στη μούρη. Βέβαια, ο Ιουγούρθας ούτε μονομάχος ήτανε ούτε και σκυλομούρης, αλλά το όνομα είχε κάτι το μπρουτάλ και του πήγαινε του Απόστολου. Επιτελικός χαφ ξεκίνησε, μετά κάποιος άσχετος κόουτς τον γύρισε πιο πίσω και από τότε κάπως σα να έπεσε ο Ιουγούρθας. Έχασε το σπίρτο που είχε κάποτε. Όμως, αυτή τη μοναδική ικανότητα στα πέναλτυς δεν την έχασε ποτέ του ο Αποστολάρας. -Ποιός Πλατινής τώρα και ποιός μάϊμος Ροναλντίνιος ? Τον είδαμε και τον Πλατινή, όταν χρειάστηκε να το βάλει, πού το έστειλε. Ενώ ο Απόστολος, γκαραντί. Δέκα πεναλτάκια να χτύπαγε, έντεκα θα έστελνε στο δίχτυ. Εκατό να βάραγε, εκατόν ένα μέσα. Και δεν έπαιρνε ούτε καν φόρα ο κερατάς, σαν τον κομμουνιστή τον Μπράϊτνερ τα εκτελούσε. Όλα μέσα, αφύσικο πράγμα, σου λέω.
Εγώ πιστεύω ότι κανονικά θα έπρεπε να παίζει σε ομάδες πρωταθλητισμού ο Απόστολος, αλλά η τύχη το έφερε έτσι ώστε ν’ αγωνίζεται μεν στην άλφα κατηγορία, αλλά με δευτεροκλασάτη φανέλα. Μέτριο συμβόλαιο και ο Πρόεδρος μεγάλος καργιόλης, μπαμπέσης και ρίχτης στα λεφτά. Το κοντράτο έλεγε ότι ο Απόστολος δικαιούται γκαρσονιέρα σε περιοχή της επιλογής του, μα τον είχανε ρίξει σε ένα δυάρι στο Ίλιον, μαζί με άλλους τρείς συμπαίχτες, για παρέα. Ευτυχώς που δεν ήταν μαύροι. Αμάξι του είχανε υποσχεθεί, ποτέ του δεν το πήρε. Κάτι πριμ από πέρυσι, όσο τα είδες εσύ, τόσο τα είδε κι ο Απόστολος. Μια μέρα, ο Απόστολος τα πήρε και γύρεψε το λόγο από τον Πρόεδρο. Έγινε χαμός μεγάλος μες τ’ αποδυτήρια και από τότε, εκτός από τα μπινελίκια και τις απειλές που άκουσε, ο Ιουγούρθας δεν ματάδε δεκαοχτάδα. "-Κόφτο το τσογλάνι", είπε ο Πρόεδρας στον κόουτς και τέρμα ο Ιουγούρθας. Εξέδρα κι άγιος ο Θεός. Σε δυσμένεια, που λένε. Κι ούτε τον αφήνανε να φύγει από την ομάδα, αν δεν έφερνε προσφορά κάτι παλαβά λεφτά που γυρεύανε. –Πώς να φέρει προσφορά όμως, αφού δεν τον έβλεπε κανείς να παίζει ? Προσφορά για τον παροπλισμένο, δύσκολο να γίνει και μάλιστα τόσα λεφτά. Έτσι, ο Ιουγούρθας είχε πέσει στο μαγγανοπήγαδο κι ούτε ήξερε πώς να βγει. Ίσα που σκεφτότανε πια να την κόψει τη μπάλα, να τελειώνει, να ησυχάσει μια και καλή με όλα δαύτα.
Τώρα, έλαχε ο Πρόεδρος να έχει μεγάλη ανάγκη και κόψιμο. Μάϊο μήνα, τελευταία αγωνιστική και να χρειάζεται νίκη και μόνο νίκη. Και με ισοπαλία έπεφτε, με ήττα δε συζητάμε καν. Ο αντίπαλος δεν ξάπλωνε να χάσει κι έτσι το βάρος έπεσε στο κοράκι, να κάνει ομορφιές, να σωθεί η ομάς. Εντάξει, τα κανόνισε ο Πρόεδρας, "θα σφυρίξει καλά το παιδί, μόνο να βουτάτε στην περιοχή, να πάρουμε γρήγορα το πεναλτάκι", είπε στον κόουτς. "Α, και πού 'σαι, ξεκίνα με τον Ιουγούρθα". Μα αυτός έχει να παίξει δεν ξέρω από πότε, πήγε να διαμαρτυρηθεί ο κόουτς, αλλά τ΄άκουσε για τα καλά. "-Δεν τονε θέλω για να παίξει ρε χαμένε, για να βαρέσει το πεναλτάκι τονε θέλω. Άει στα τσακίδια από δω χάμω". Είχε δίκιο ο Πρόεδρας, μόνο ο Ιουγούρθας είχε τα νεύρα να χτυπήσει τέτοιο πέναλτυ. Οι άλλοι ήτανε χέστες και θα γινόταν μεγάλη ζημιά.
Η ιδέα του καρφώθηκε του Αποστόλη τη στιγμή που του ανακοινώθηκε ότι παίζει βασικός, την προπαραμονή του αγώνα. Όταν πιά άκουσε και τον κόουτς να δίνει τη ρητή εντολή "αν δοθεί πέναλτυ, το χτυπάει ο Ιουγούρθας, μη δώ άλλον να ζυγώνει τη μπάλα", ε, εκεί πιά μπήκε για τα καλά στο πνεύμα. -Ωστε "αν δοθεί", ε; Λαμόγια, θα σας φτιάξω εγώ, σκέφτηκε ο Απόστολος κι αποφάσισε να είναι εκείνος που θα στείλει τον Πρόεδρα στη βου κατηγορία, ν' αναπολεί τις παλιές δόξες.
Έφτασε η Κυριακή, ξεκίνησε και το ματσάκι, αλλά το πράγμα πήρε δραματική τροπή, καθόσον οι αντίπαλοι παίζανε σα σκύλοι. Και το χειρότερο, οι δικοί μας δεν μπορούσαν όχι να τρυπώσουν, μα μήτε να ζυγώσουν στην περιοχή. Εύκολα τους κόβανε όλες τις μπαλιές, απ' έξω. Τί βουτιά να κάνεις και τί πέναλτυ να διεκδικήσεις ; Κι η ώρα πέρναγε. Ο διαιτητής έτοιμος ήταν να το κάνει το έγκλημα , αυτό βρωμούσε από χιλιόμετρο, αλλά δεν γινότανε να καταντήσει και Παπουτσέλης. Είπαμε, να το δώσει, αλλά να είναι μέσα τουλάχιστον. Άντε, πάνω στη γραμμή, ρε αδελφέ. Όχι απόξω. Έχουμε κι ένα σήμα FIFA στο στέρνο. Τέλος πάντων, φτάσαμε στο 93΄, για να φιλοτιμηθεί ο Αργεντίνος ο εξτρέμ, που πήραμε δανεικό το χειμώνα, να κάνει ένα ωραίο μπάσιμο στην περιοχή. Προσεκτικά τον μάρκαρε ο αντίπαλος, την είχε μυριστεί βλέπεις τη δουλειά, αλλά ο λατίνος τσάκισε τη μέση του λες κι έφαγε τσεκουριά από Καναδό ξυλοκόπο και σωριάστηκε στο χορτάρι, να χτυπιέται σαν επιληπτικός. Ο διαιτητής μόνο που δεν κατάπιε το στραγάλι της σφυρίχτρας, από την πρεμούρα του. Αδιστάκτως το έδωσε. Ένα κουβάρι ολοι κι ο Ιουγούρθας πάνω στη μπάλα.
Είχε έρθει η ώρα του. Γυρίζει το κεφάλι και κοιτάει προς την επισήμων. Εκεί κάπου είναι ο Πρόεδρας, τον φαντάζεται να παρακολουθεί, σαν την κόμπρα. "Τώρα θα σε φτιάξω εγώ μπάρμπα", μουρμουράει ο Aπόστολος. Στήνει τη μπάλα στη βούλα και χωρίς να πάρει φόρα πλασάρει αποφασιστικά με το δεξί, σημαδεύοντας καλά, έτσι ώστε να στείλει τη μπάλα ακριβώς τρία μέτρα έξω από το αριστερό δοκάρι της εστίας. Καλύτερο υπολογισμό της γωνίας του πλασέ, ούτε ο Ευκλείδης θα μπορούσε να έχει κάνει. Αλλά ο Ευκλείδης δεν έπαιζε μπάλα ούτε κι έμπαζε στις μετρήσεις του αστάθμητους παράγοντες.
-Να ‘ταν ο αναπτήρας, όχι o γνωστός του Usound, αλλά κανενός χουβαρντά και σκορποχέρη φιλάθλου, σφηνωμένος από παλιά στο χορτάρι ? Να ‘ταν καμμιά λακουβίτσα, κάνα συμπαγές γρομπαλάκι χωμάτινο, καμμιά ατίθαση ρίζα μέσα στο γκαζόν ? Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά, ούτε καν ο γεωπόνος του γηπέδου. Πάντως, ό,τι διάολο και να ‘ταν, έφτασε για να τσακίσει στα δύο την ιδανική γραμμή της μελετημένης μπαλιάς και να της αλλάξει αμετάκλητα και δραματικά την πορεία. Στο ριπλέϊ σλόου μόσιον, αν προσέξεις, φαίνεται ξεκάθαρα. Άσε το μαλάκα τον σπορτκάστερ, να λέει «εκπληκτικό φάλτσο». Τόσα ξέρει, τόσα λέει. Δεν υπάρχει κανένα φάλτσο. Η μπάλα κινείται σε γραμμή τεθλασμένη, που λένε. Πρώτα φεύγει λοξά αριστερά, όπως δηλαδή είχε υπολογίσει ο Απόστολος. Αλλά μετά, στη μέση της πορείας της, σπάει δεξιά και τραβάει κατά το κέντρο του τέρματος. Ο πορτιέρο γίνεται χαζός, καθώς, ενώ ο δόλιος έχει συλλάβει την αρχική κίνηση κι έχει πέσει σωστά προς τη δεξιά του γωνία, τελικά ρουφάει το μπαλάκι ψηλά και ακριβώς στο κέντρο της εστίας του. Και τώρα είναι ξαπλωμένος στο γρασίδι και χτυπιέται σαν το ψάρι, ο καψερός.
Ο Απόστολος, αποσβολωμένος, νοιώθει σαν μέγγενη τις αγκαλιές των συμπαικτών του. Ταυτόχρονα, το κοράκι δείχνει σέντρα και στο καπάκι σφυράει και τη λήξη, μη γίνει καμμιά στραβή και τρέχουμε. Μπουκάρουν πολλοί στο τερέν, μπουκάρει κι ο Πρόεδρος. Ζυγώνει τον Απόστολο, του σκάει ένα φιλί στο μάγουλο, "Ιουγούρθα μου, παιχταρά μου, το 'ξερα τί γίγας είσαι".
Ο Απόστολος ξαναζυγιάζει ψύχραιμα τα δεδομένα. Στο κάτω-κάτω, δεν έχει χάσει ποτέ του πέναλτυ : "-Πρόεδρε, μ' εκείνο το αμαξάκι που λέγαμε παλιά, τί θα γίνει τελικά ;"