Η “Μουσική των Νερών”. Θέμα ελεύθερον. Καθίστε επάνω από μια γέφυραν και ακούστε την. Προσοχή, μόνο, να μην πέσετε στο ποτάμι... Ο κύριος Σκαμβουράς δίνει με αγάπη το θέμα, με αγάπη, μα αμέσως πικραίνεται. Του αρέσει αυτό το θέμα. Κάθε θέμα, που έχει μέσα ποτάμι, του αρέσει. Μα έρχεται ο Καθηγητικός Σύλλογος, με μια φωνή ξερή και κατασπαράζει αλύπητα όλη την ποίηση στην καρδιά ενός φτωχού καθηγητή.
Διάλεξε σου λέει, όποιο θέμα θέλεις -δικαίωμα σου-αλλά στη γλώσσα, προσοχή! “όσον αφορά την γλώσσαν”.
κύριος Σκαμβουράς: - Λοιπόν, απαιτώ ολίγων λεπτών απόλυτην σιγήν. Μίαν σύστασιν. Προσοχή εις την γλώσσαν. Δια τα πάντα είσθε ελεύθεροι,. Όσον αφορά όμως την γλώσσαν, εν ουδεμία περιπτώσει δύναται να γίνει ανεκτή οιαδήποτε γειτνίασις προς τα διάφορα βαρβαρικά εκείνα ιδιώματα, άτινα σύρουσιν το πατροπαράδοτον γλωσσικόν μας όργανον εις τον ρύπον των τριόδων. Επιβάλλεται, όθεν, η σχολαστική αποφυγή τοιούτων γειτνιάσεων και η μετά πάθους πρoσήλωσις προς τα αρχάς της επισήμου γλώσσης, η προσήλωσις, δηλονότι εις την επίσημον γλώσσαν του Κράτους, την καθαρεύουσαν. Προειδοποιώ, όθεν, και απειλώ. Εις τον παραβάτην θα είμεθα απηνείς! Και, τώρα, συνεχίστε την εργασίαν σας.
Έλα, εσύ, τώρα, ο καθηγητής -και να είσαι νέος καθηγητής κι όλο κι όλο που λατρεύεις να είναι τα “βαρβαρικά αυτά ιδιώματα”- και να μην πικραθείς... Μα τα παιδιά τίποτα δεν καταλαβαίνουν απ' τη λύπη του καθηγητή τους. Καταλαβαίνουν μονάχα ότι τούτη η έκθεση δεν είναι σαν τις άλλες. Ότι είναι “θέμα ελεύθερον”, πώς το λένε... Μπορούν να γράψουν το θέμα όπως θέλουν. Ότι δεν θα τυραννούσαν το κεφάλι τους να θυμηθούν πώς το είπε ο καθηγητής, με τι λόγια και με τι εικόνες. “Γράψτε ό,τι σας αρέσει. Φτάνει να το γράψετε με δικά σας λόγια. Μόνο ξέρετε... το βαρβ... δηλαδή... όσον αφορά τη διάλεκτον, γνωρίζετε...” -“Μα και βέβαια γνωρίζουμε” κύριε Καθηγητά! Εμείς πια είμαστε μορφωμένοι άνθρωποι κι ένας μορφωμένος άνθρωπος πρέπει να σέβεται τη μόρφωση του! Και βέβαια -πώς όχι;- Τώρα πια... και βέβαια, σας καταλάβαμε, κύριε καθηγητά”.
κύριος Σκαμβουράς: Έχετε δυο ώρες. Ελπίζω ότι επαρκούν. Τονίζω ότι δεν τίθεται κανένας περιορισμός ως προς την έκταση .
Το βράδυ ο Μέλιος ξαναμέτρησε άλλη μια φορά την αποκοτιά του. Αν τον διώχνανε απ' το Γυμνάσιο; Αυτή ήταν μια ανταρσία! Ποιος είσαι εσύ, νεαρέ, που παίρνεις το θάρρος να τσαλαπατάς έτσι τους κανονισμούς του σχολείου; Ο κύριος Γυμνασιάρχης ονομάτιζε τον εαυτό του “θεματοφύλακα”. Όποιος δεν συμφωνούσε, έπρεπε να φύγει.
Ο κύριος Σκαμβουράς ήρθε το πρωί ωχρός, σαν να πάλεψε όλη τη νύχτα με τη θέρμη. Με ποιον έπρεπε να συμφωνήσει; Με τον κανονισμό ή με τη συνείδηση του; Η πρώτη ματιά που έριξε ήταν κατά το μέρος του “επαναστάτη”. Το βλέμμα του ήταν μπερδεμένο... “εύγε και αλίμονο” μαζί, ζυμωμένα.
κύριος Σκαμβουράς: Εν γένει... είπε στα παιδιά. Η εργασία σας υπήρξε ενδιαφέρουσα. Αισθάνομαι την υποχρέωση να συγχωρήσω ακόμη και ορισμένες χυδαιότητες, κύριε Δακρυτζίκε. Εν γένει δεν εματαιοπόνησε κανείς σας. Μόνο... είμαι καταλυπημένος επί μιας περιπτώσεως, κυρίως όχι λυπημένος... αλλά μάλλον αμήχανος. Αφήνω να κρίνετε εσείς. Από αυστηρό επαγγελματικό καθήκον είμαι υποχρεωμένος να στιγματίσω μιαν πράξη που -κρινόμενη εις τα στενά σχολικά πλαίσια- αποτελεί μια καθαρή παρεκτροπή. Δηλαδή, είμαι υποχρεωμένος να μεταφέρω εδώ απόψεις, που απορρέουν από τους κανονισμούς του σχολείου. Η έκθεση, για την οποία πρόκειται να σας μιλήσω... για να είμαι ακριβολόγος, δεν εκρίθη κακή, αλλά απαράδεκτη. Βλέπετε το σχολείο διέπουν ορισμένοι κανονισμοί πέραν των οποίων δεν έχει θέση η επιείκεια. Όλα αυτά. φυσικά, είναι ιδέες και έννοιες υποχρεωτικές για όλους, ακόμα και για όσους διαφωνούν - θα έλεγα ακόμη και για όσους πονούν. Δεν είναι θέμα κακής βαθμολογίας. Το σχολείο δεν βαθμολογεί κακώς, απλώς αρνείται βαθμολογίαν. Το σχολείο όμως, πρέπει να εξηγούμεθα... Όχι και εγώ.
Τι τρέχει, κύριε; φωνάζουν τα παιδιά. Δεν καταλάβαμε.
Ο Σκαμβουράς τους κοίταξε περίλυπος... Αναστέναξε.
κύριος Σκαμβουράς: Θα προσπαθήσω να γίνω αντιληπτός, είπε.
Ζούπηξε το δάχτυλο του πάνω στην έδρα, ψάχνοντας με μεγάλο κόπο να ξεδιαλέξει τα λόγια του. Όλοι τον κοιτούσαν με ξαναμμένα μάτια. Ξαφνικά απ' τα πίσω θρανία έγινε κάποιος σαματάς. Ο Σκαμβουράς ρώτησε με τα μάτια. Μια βραχνή, μπερδεμένη φωνή, κάτι άρχισε να λέει. Ο Σκαμβουράς έβαλε το χέρι του στ' αυτί.
Δακρυτζίκος: Φταίω... είπε η φωνή. Λέω όλη την αλήθεια.
κύριος Σκαμβουράς: - Τι είναι, Δακρυτζίκο; ρωτά παραξενεμένος ο Σκαμβουράς.
Δακρυτζίκος: -Δε μου 'ρχότανε αλλιώτικα κύριε. Είπα κείνο που είδα. Δηλαδή, κάτι γριάδια να χύνουνε τα καθίκια τους. Τι φταίω γω; Και πώς έπρεπε να το πω; “Γραία τις εθεάθη μετα καθικίου ανά χείρας;” Αν δεν κάνει, ας μην κάνει. Είδα κι ένα γαϊδούρι, που του είχανε μπηγμένη μια σημαία στη μπάκα. Κι είδα κι ένα μεθυσμένο που ξερνούσε στο ποτάμι κι έλεγε “ώρα καλή, φασουλάκια μου, ώρα καλή, μπομποτίτσα μου... πέστε τα χαιρετίσματα στον απόπατο... Κι εσύ, κρασάκι μου, καλόν κατευόδιον”. Τι φταίω γω, κύριε;
Ο Σκαμβουράς απόμεινε άφωνος.
κύριος Σκαμβουράς: -Χρηστίδη... του λέει με αγάπη... Σ' ευχαριστώ! Είμαι... είμαι... Όχι δεν πρόκειται για σένα, παιδί μου. Και βέβαια συμφωνώ, ότι δεν είναι ωραία όλα όσα είπες. Χαίρομαι όμως, σχεδόν συγκινούμαι... που το ομολογείς... Σ' ευχαριστώ. Ωστόσο δεν πρόκειται γι' αυτό. Σε παρακαλώ, όμως, συνέχισε και στο μέλλον να είσαι πάντα ειλικρινής.
Χαμωλιάς: - Τι φταίω εγώ;... είπε τώρα μια άλλη φωνή.(Τι μέρα ήταν αυτή!)
κύριος Σκαμβουράς: - Κι εσύ Χαμωλιά;
Χαμωλιάς: - Τι φταίω; Αφού πάνε και ρίχνουνε τις ψόφιες κότες στο ποτάμι... Και κατουράνε κιόλα!... “Ουρούσιν το ψιλόν τους ούρος!” Αν άλλοι είναι τρελοί και πάνε και ψαρεύουνε παπούτσια, τι φταίω γω; Μια μέρα είδα και μια καρέκλα μέσα - ποιος του είπε του καφετζή να τη βάλει άκρη άκρη; Εγώ μόνο που την άγγιξα... να, μόνο με το μικρό μου δακτυλάκι... Πού ήξερα ότι ήταν... κουτσή και θα 'πέφτε “εντός του ύδατος”. Να... που τα είπα όλα.
Ο καθηγητής τον άκουσε σωπαίνοντας.
κύριος Σκαμβουράς: Δε σε μαλώνω... του είπε στο τέλος. Ίσα ίσα, προσπαθώ να σας απαλλάξω από τις τύψεις σας. Δεν πρόκειται, όχι, γι' αυτό, παιδιά. Η έκθεση, για την οποία σας μιλώ, δεν έχει τέτοιες τολμηρότητες. Είναι ένα πρότυπον γραπτού λόγου, ένα αληθινό σχολικόν αριστούργημα. Το σφάλμα της είναι -αν μπορεί να θεωρηθεί σφάλμα- ότι είναι διατυπωμένη εις γλωσσικόν ύφος το οποίο αποκρούει ο Σύλλογος των καθηγητών, προεξάρχοντος του κυρίου Γυμνασιάρχου. Για να εξηγηθώ σαφέστερα, η έκθεση αυτή είναι γραμμένη στην κοινή γλώσσα του λαού... δηλαδή στη Δημοτική... δηλαδή στην ελληνική γλώσσα.
Μέλιος: -Με συγχωρείτε, κύριε καθηγητά, αλλά τότε πρόκειται για μένα! φώναξε ο Μέλιος και βρέθηκε όρθιος. Τα μάτια του -πριν σηκωθεί- είχαν στραφεί σαν αστραπή πίσω και γέμισαν φως.
κύριος Σκαμβουράς: -Ναι, Κάδρα... Για σένα, πρόκειται, παιδί μου. Δεν σου αποκρύπτω την ψυχική μου αναστάτωση. Τέλος πάντων...Εν γένει... εγώ, προσωπικώς, και εις πείσμα κάθε θυσίας, θα βαθμολογήσω σύμφωνα με... την προσωπική μου συνείδηση.
Ο Μέλιος ξεκίνησε να πάει να την πάρει.
κύριος Σκαμβουράς: Όχι... είπε ο Σκαμβουράς. Έχω να εκπληρώσω μια προσωπική υποχρέωση, τόσον απέναντι της τάξης σας όσο και απέναντι της συνείδησης μου. Πήγαινε, παιδί μου, στο θρανίο σου.
Ο καθηγητής σκούπισε μ' ένα μαντίλι τα μελίγγια του. Ύστερα τους κοίταξε όλους μ' ένα ταπεινό παρακάλιο.
κύριος Σκαμβουράς: Σας παρακαλώ... είπε, να μην κάνετε κανένα θόρυβο...
Ύστερα άνοιξε το τετράδιο, το 'στρωσε με την παλάμη του, κι άρχισε να το διαβάζει με προσοχή και αγάπη:Πέρα απ' τα βυσσινιά, ουρανομίλητα βουνά ξεκινάει το ποτάμι του χωριού μας. Έχει να κάνει ένα δρόμο γεμάτο σκαλοπάτια και να πάει να χυθεί κάτω στην ανυπόμονη θάλασσα. Κάτι πουλιά το κυνηγάνε κι ύστερα κουράζονται και μένουν. Κείνο δε μένει. Τρέχει και ψέλνει, τρέχει και καλοναρχά, τρέχει και ποτίζει. Περνά από ένα σπίτι... Είναι παλιό, με σταχτιά ντουβάρια. Κι ένα δέντρο. Ποτίζει το δέντρο και το σπίτι. Το δέντρο το θέλει το νερό, το σπίτι δεν το θέλει. Είναι μια άρρωστη μέσα, γι' αυτό. Μια άρρωστη που αποβραδίς θέλει να πεθάνει και το πρωί φωνάζει: “Γλιτώστε με!” Τη λένε Σέβδω. Η εικόνα είναι αυτή. Απέξω περνάει ένα ξυλένιο γεφυράκι. Ένα πετεινάρι πηγαίνει κάθε μέρα και μετρά το μπόι του - αν μπορέσει να πέσει. Είναι δέκα μέρες τώρα που η άρρωστη βρίζει το χάρο. Κείνος χαμογελάει... “Άστηνα, λέει. να 'ρτει παρακαλώντας”.
Η γριά καρφώνει τα μάτια στο ταβάνι... “Έλα, άγγελε... εσένα, λέω, σπλαχνικέ, πάρε με”. Ο άγγελος φτεροκοπάει απέξω και δεν μπαίνει. Η καημένη η γριά... κι έχει κι ένα δύσκολο όνομα. Ήρθε στον κόσμο για να πιει νερό, κι ήπιε φαρμάκι. Αντίς για κόρη, γέννησε μια κόλαση, που την παίδεψε, όπως ο μύλος το σπυρί το στάρι. Και τη βάφτισε Ουράνα - κρίμας στ' όνομα. Στο μέσα καμαράκι κάθεται ένα μικρό γυμνασιόπαιδο. Έχει θέρμες. Κανείς δεν το γιατρεύει, μα ούτε και το θέλει. Κείνος είναι άρρωστος από την αρρώστια της γριάς. Ακούει τα παράπονα της και δεν ξέρει τι να κάνει, γιατί είναι η πρώτη φιλενάδα του. Θέλει να τη γλιτώσει και δεν ξέρει πώς.
Η Ουράνα λέει: “Τα καλύτερα γιατρικά τα πουλάνε στα μνήματα”. Το παιδί την ακούει και θέλει να της κάψει το στόμα μ' ένα δαυλί. Θέλει να γλιτώσει τη φιλενάδα του, μα πώς να το κάνει; Γυρίζει και πουλά κουλούρια μ' ένα καλάθι, για να μαζέψει λίγες δραχμές, να της πάρει γιατρικό. Γυρίζει παραπονεμένος μες στα σοκάκια και φωνάζει: “Πάρτε κουλούρια... είναι πολύ φρέσκα”. Η φωνή του κλαίει, μα τα παιδιά τον περιγελάνε. Δεν καταλαβαίνουνε τι θα πει: Πεθαίνει η φιλενάδα του. Γιατί να είναι τόσο άσκημος ο κόσμος; Έρχεται και μανταλώνεται μες στο καμαράκι κι η φωνή του ακόμη κλαίει μονάχη της στο δρόμο: “Πάρτε ένα κουλούρι, πεθαίνει η γριά...”
Το μεσημέρι η ψυχή του πλαντάζει και κατεβαίνει στο σοκάκι. Πάει σύρριζα σύρριζα στο ποτάμι. Ένα σκυλί περνάει απ' το γεφύρι, με πένθος στο ποδάρι. Φαίνεται πως το 'χει απ' τη μάνα του. Γιατί να πεθαίνουνε οι άνθρωποι; Άδικα, ρωτά το ποτάμι. Κείνο τρέχει απελπισμένο και φωνάζει “πνίγομαι, πνίγομαι, πνίγομαι!” Έχει δίκιο. Πιο κάτω γκρεμίζεται από 'να βράχο και βγάζει απ' το στόμα του αφρούς. Μα οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν τίποτα και το λένε “καταρράχτη”. Γελούνε. “Τι ωραίο ποτάμι...!” λένε. Πότε θα καλυτερέψουνε οι άνθρωποι; Πότε θα γίνουνε λιγάκι πονετικοί για τους άλλους; Γιατί τώρα δεν είναι καθόλου
Μια Ουράνα είναι όλη η πόλη. Δε σ' αφήνει ούτε να πεθάνεις γλυκά. Μια ακαταστασία είναι αυτό που λένε πόλη. Ένας εδώ σκάβει λάκκους για πεθαμένους. Και πιο πέρα άλλος σκάβει λάκκους για κρεμμύδια. Πιο πάνω, σ' ένα αλώνι, παντρεύουν μια ντροπαλή και την κάνουν να σκύβει πολύ τα μάτια της. Ρίχνουν και τουφεκιές για να το μάθουν όλοι. Απ' την άκρη της πολιτείας περνάει η αμαξοστοιχία του μεσημεριού. Το τρένο κουδουνίζει ολάκερο, σαν κασόνι γιομάτο γυαλικά. Κάτι έμποροι φτύνουνε απ' το παράθυρο.
Γιατί είναι τόσο κακό σ' αυτόν τον κόσμο να πουλάς κουλούρια; Αυτό κανένας δεν του το εξήγησε.
“Η μουσική των νερών” λέει ο δάσκαλος. Δεν έχουν νερά οι μουσικές! Πεθαίνει η Σέβδω. Αυτό ξέρουμε. Και τα νερά κλαίνε, σαν μικρά αγγονάκια που δεν ξέρουνε γιατί κλαίνε- γι' αυτό και κλαίνε περισσότερο. “Μπάμπω... μόνο ένα λεμόνι μπόρεσα ν' αγοράσω... λέει το παιδί λυπημένο στη γριά. Δεν αγοράζουνε κουλούρια”. Η Σέβδω γυρεύει το λεμόνι, σαν το μωρό, το βυζί. Αχ... γιατί να πεθαίνει κανείς με τόσο φαρμάκι στη γλώσσα;... Το σκυλί πάλι περνά με το πένθος στο πόδι. Μήπως το 'χουνε για θελήματα στο νεκροταφείο;
Στο σπίτι της Σέβδως ανάψανε τη λάμπα. Η Ουράνα τα βάζει με το χάρο, που αργεί. Το παιδί χώνεται μες στα στρωσίδια και κλαίει. Μια καμπάνα χτυπάει σαν να πονά. Η Σέβδω δεν μπορεί να κάνει το σταυρό της και οδηγάει το χέρι της το παιδί. “Στο όνομα του Πατρός - του Υιού -και του Αγίου Πνεύματος - Αμήν”. Ύστερα το παιδί γαντζώνεται στο ρούχο της. “Δε θέλω, Σέβδω... της λέει. Μη! Δε θέλω να πεθάνεις!...” Η Σέβδω τον ακούει και παρακαλάει να την αφήσει “ν' αφουγκραστεί”. Μα η Ουράνα καβγαδίζει. Ολοένα καβγαδίζει με το Χάρο. Το σκυλάκι με το πένθος ξαναπερνά για τελευταία φορά απ' το γεφύρι. Τα μάτια του παιδιού ματώσανε. Ποιοι κάνανε τις Ουράνες; Και τους Χάρους; Και την απονιά; Ποιοι κάνανε την απονιά; Ο χάρος είναι κακόψυχος, αφού συμφωνάει με την Ουράνα. Κι είναι ψέματα πως τα ποτάμια τραγουδάνε. Τα ποτάμια είναι τα δάκρυα των βουνών. Κι είναι οι ψιχάλες απ' τα δάκρυα των ανθρώπων, που χάσανε τη χαρά τους. Τα μεσάνυχτα ήρθ' ο παπάς με το θυμιατό του.
-Τ' είν' αυτό; ρώτησε η Σέβδω και τινάχτηκε.
-Τίποτα, Σέβδω... Είναι η Θεία Μετάληψις.
- Λεμόνι θέλω! Δεν έχει το αγόρι άλλο λεμόνι; Δε θέλω μετάληψη!
- Είναι τα άχραντα Μυστήρια, Σέβδω... είπε ξανά ο παπάς.
- Θέλω λεμόνι! Πού είναι το παιδί, να μου δώκει λεμόνι; Αυτό θέλω. Το δικό σου στέλνει στον άλλο κόσμο. Δε θέλω!
Ο παπάς την κοινώνησε χωρίς άλλες κουβέντες, σκόρπισε λίγη δροσιά με το δεντρολίβανο κι έφυγε. Το παιδί γαντζώθηκε πάνω στα ρουφηγμένα στήθια της και έκλαιε σαν να το δέρναν. Την αυγή η Σέβδω κύλησε σιγά σιγά στον άλλο κόσμο• και πάγωσε. Το παιδί πήγε ξεσκούφωτο να κλάψει έξω. Ήθελε να κλάψει δυνατά. Να τινάξει τα χέρια του μες στο σκοτάδι. Γιατί τα 'καναν όλα τόσο άσκημα, τόσο άδικα, τόσο πικρά; Έψαξε με τα χέρια και βρήκε τα χόρτα του ποταμού. Ύστερα κάθισε με τα γόνατα. Έσκυψε στον παλιό του φίλο και προσπάθησε ν' ακούσει το τραγούδι του... Ήταν θολό, βαθύ, ίδιο με την ερημιά, ίδιο με το θάνατο. Και τότε κατάλαβε ότι αυτή ήταν η μουσική των νεκρών. Μια μουσική που βγάζουν τη νύχτα οι καλαμιές... Είναι τα τραγούδια που λένε τη νύχτα οι μητέρες στ' άρρωστα μωρά... οι φωνές που βγάζουν, μες στον άξενο κόσμο, τα ολομόναχα παιδάκια...
Η φωνή του καθηγητή σώπασε βουρκωμένη. Τα κορίτσια κλαίνε. Κλαίνε και τ' αγόρια. Μόνο οι “Πέρσες” κλοτσάνε, γιατί δεν ξέρουνε να κλάψουνε. Η Αγράμπελη είναι ένα μικρό λουλούδι που τρέμει στ' αεράκι. Το μικρό της σώμα έπλεε μες σ' ένα ζεστό σύννεφο, χωρίς χέρια, χωρίς πόδια. Αγράμπελη... ένα όνειρο φορτωμένο άνοιξη. Ο Μέλιος ονειρεύεται ολόρθος. Ονειρεύεται κεράσια, τραγούδια με ψιλές φωνές, βάρκες, που αρμενίζουν μες στα χρυσάφια. Ξαφνικά ξεσπούνε παντού χειροκροτήματα. Ο καθηγητής κρεμνά τα χέρια. Το κουδούνι χτύπησε. Αδειάζει σιγά, τελετουργικά, η αίθουσα.. Ο Σκαμβουράς πάει ως την πόρτα, κλειδώνεται από μέσα, και ξαναγυρνά στην έδρα του. Θέλει να μείνει μόνος, ολομόναχος...
Διάλεξε σου λέει, όποιο θέμα θέλεις -δικαίωμα σου-αλλά στη γλώσσα, προσοχή! “όσον αφορά την γλώσσαν”.
κύριος Σκαμβουράς: - Λοιπόν, απαιτώ ολίγων λεπτών απόλυτην σιγήν. Μίαν σύστασιν. Προσοχή εις την γλώσσαν. Δια τα πάντα είσθε ελεύθεροι,. Όσον αφορά όμως την γλώσσαν, εν ουδεμία περιπτώσει δύναται να γίνει ανεκτή οιαδήποτε γειτνίασις προς τα διάφορα βαρβαρικά εκείνα ιδιώματα, άτινα σύρουσιν το πατροπαράδοτον γλωσσικόν μας όργανον εις τον ρύπον των τριόδων. Επιβάλλεται, όθεν, η σχολαστική αποφυγή τοιούτων γειτνιάσεων και η μετά πάθους πρoσήλωσις προς τα αρχάς της επισήμου γλώσσης, η προσήλωσις, δηλονότι εις την επίσημον γλώσσαν του Κράτους, την καθαρεύουσαν. Προειδοποιώ, όθεν, και απειλώ. Εις τον παραβάτην θα είμεθα απηνείς! Και, τώρα, συνεχίστε την εργασίαν σας.
Έλα, εσύ, τώρα, ο καθηγητής -και να είσαι νέος καθηγητής κι όλο κι όλο που λατρεύεις να είναι τα “βαρβαρικά αυτά ιδιώματα”- και να μην πικραθείς... Μα τα παιδιά τίποτα δεν καταλαβαίνουν απ' τη λύπη του καθηγητή τους. Καταλαβαίνουν μονάχα ότι τούτη η έκθεση δεν είναι σαν τις άλλες. Ότι είναι “θέμα ελεύθερον”, πώς το λένε... Μπορούν να γράψουν το θέμα όπως θέλουν. Ότι δεν θα τυραννούσαν το κεφάλι τους να θυμηθούν πώς το είπε ο καθηγητής, με τι λόγια και με τι εικόνες. “Γράψτε ό,τι σας αρέσει. Φτάνει να το γράψετε με δικά σας λόγια. Μόνο ξέρετε... το βαρβ... δηλαδή... όσον αφορά τη διάλεκτον, γνωρίζετε...” -“Μα και βέβαια γνωρίζουμε” κύριε Καθηγητά! Εμείς πια είμαστε μορφωμένοι άνθρωποι κι ένας μορφωμένος άνθρωπος πρέπει να σέβεται τη μόρφωση του! Και βέβαια -πώς όχι;- Τώρα πια... και βέβαια, σας καταλάβαμε, κύριε καθηγητά”.
κύριος Σκαμβουράς: Έχετε δυο ώρες. Ελπίζω ότι επαρκούν. Τονίζω ότι δεν τίθεται κανένας περιορισμός ως προς την έκταση .
Το βράδυ ο Μέλιος ξαναμέτρησε άλλη μια φορά την αποκοτιά του. Αν τον διώχνανε απ' το Γυμνάσιο; Αυτή ήταν μια ανταρσία! Ποιος είσαι εσύ, νεαρέ, που παίρνεις το θάρρος να τσαλαπατάς έτσι τους κανονισμούς του σχολείου; Ο κύριος Γυμνασιάρχης ονομάτιζε τον εαυτό του “θεματοφύλακα”. Όποιος δεν συμφωνούσε, έπρεπε να φύγει.
Ο κύριος Σκαμβουράς ήρθε το πρωί ωχρός, σαν να πάλεψε όλη τη νύχτα με τη θέρμη. Με ποιον έπρεπε να συμφωνήσει; Με τον κανονισμό ή με τη συνείδηση του; Η πρώτη ματιά που έριξε ήταν κατά το μέρος του “επαναστάτη”. Το βλέμμα του ήταν μπερδεμένο... “εύγε και αλίμονο” μαζί, ζυμωμένα.
κύριος Σκαμβουράς: Εν γένει... είπε στα παιδιά. Η εργασία σας υπήρξε ενδιαφέρουσα. Αισθάνομαι την υποχρέωση να συγχωρήσω ακόμη και ορισμένες χυδαιότητες, κύριε Δακρυτζίκε. Εν γένει δεν εματαιοπόνησε κανείς σας. Μόνο... είμαι καταλυπημένος επί μιας περιπτώσεως, κυρίως όχι λυπημένος... αλλά μάλλον αμήχανος. Αφήνω να κρίνετε εσείς. Από αυστηρό επαγγελματικό καθήκον είμαι υποχρεωμένος να στιγματίσω μιαν πράξη που -κρινόμενη εις τα στενά σχολικά πλαίσια- αποτελεί μια καθαρή παρεκτροπή. Δηλαδή, είμαι υποχρεωμένος να μεταφέρω εδώ απόψεις, που απορρέουν από τους κανονισμούς του σχολείου. Η έκθεση, για την οποία πρόκειται να σας μιλήσω... για να είμαι ακριβολόγος, δεν εκρίθη κακή, αλλά απαράδεκτη. Βλέπετε το σχολείο διέπουν ορισμένοι κανονισμοί πέραν των οποίων δεν έχει θέση η επιείκεια. Όλα αυτά. φυσικά, είναι ιδέες και έννοιες υποχρεωτικές για όλους, ακόμα και για όσους διαφωνούν - θα έλεγα ακόμη και για όσους πονούν. Δεν είναι θέμα κακής βαθμολογίας. Το σχολείο δεν βαθμολογεί κακώς, απλώς αρνείται βαθμολογίαν. Το σχολείο όμως, πρέπει να εξηγούμεθα... Όχι και εγώ.
Τι τρέχει, κύριε; φωνάζουν τα παιδιά. Δεν καταλάβαμε.
Ο Σκαμβουράς τους κοίταξε περίλυπος... Αναστέναξε.
κύριος Σκαμβουράς: Θα προσπαθήσω να γίνω αντιληπτός, είπε.
Ζούπηξε το δάχτυλο του πάνω στην έδρα, ψάχνοντας με μεγάλο κόπο να ξεδιαλέξει τα λόγια του. Όλοι τον κοιτούσαν με ξαναμμένα μάτια. Ξαφνικά απ' τα πίσω θρανία έγινε κάποιος σαματάς. Ο Σκαμβουράς ρώτησε με τα μάτια. Μια βραχνή, μπερδεμένη φωνή, κάτι άρχισε να λέει. Ο Σκαμβουράς έβαλε το χέρι του στ' αυτί.
Δακρυτζίκος: Φταίω... είπε η φωνή. Λέω όλη την αλήθεια.
κύριος Σκαμβουράς: - Τι είναι, Δακρυτζίκο; ρωτά παραξενεμένος ο Σκαμβουράς.
Δακρυτζίκος: -Δε μου 'ρχότανε αλλιώτικα κύριε. Είπα κείνο που είδα. Δηλαδή, κάτι γριάδια να χύνουνε τα καθίκια τους. Τι φταίω γω; Και πώς έπρεπε να το πω; “Γραία τις εθεάθη μετα καθικίου ανά χείρας;” Αν δεν κάνει, ας μην κάνει. Είδα κι ένα γαϊδούρι, που του είχανε μπηγμένη μια σημαία στη μπάκα. Κι είδα κι ένα μεθυσμένο που ξερνούσε στο ποτάμι κι έλεγε “ώρα καλή, φασουλάκια μου, ώρα καλή, μπομποτίτσα μου... πέστε τα χαιρετίσματα στον απόπατο... Κι εσύ, κρασάκι μου, καλόν κατευόδιον”. Τι φταίω γω, κύριε;
Ο Σκαμβουράς απόμεινε άφωνος.
κύριος Σκαμβουράς: -Χρηστίδη... του λέει με αγάπη... Σ' ευχαριστώ! Είμαι... είμαι... Όχι δεν πρόκειται για σένα, παιδί μου. Και βέβαια συμφωνώ, ότι δεν είναι ωραία όλα όσα είπες. Χαίρομαι όμως, σχεδόν συγκινούμαι... που το ομολογείς... Σ' ευχαριστώ. Ωστόσο δεν πρόκειται γι' αυτό. Σε παρακαλώ, όμως, συνέχισε και στο μέλλον να είσαι πάντα ειλικρινής.
Χαμωλιάς: - Τι φταίω εγώ;... είπε τώρα μια άλλη φωνή.(Τι μέρα ήταν αυτή!)
κύριος Σκαμβουράς: - Κι εσύ Χαμωλιά;
Χαμωλιάς: - Τι φταίω; Αφού πάνε και ρίχνουνε τις ψόφιες κότες στο ποτάμι... Και κατουράνε κιόλα!... “Ουρούσιν το ψιλόν τους ούρος!” Αν άλλοι είναι τρελοί και πάνε και ψαρεύουνε παπούτσια, τι φταίω γω; Μια μέρα είδα και μια καρέκλα μέσα - ποιος του είπε του καφετζή να τη βάλει άκρη άκρη; Εγώ μόνο που την άγγιξα... να, μόνο με το μικρό μου δακτυλάκι... Πού ήξερα ότι ήταν... κουτσή και θα 'πέφτε “εντός του ύδατος”. Να... που τα είπα όλα.
Ο καθηγητής τον άκουσε σωπαίνοντας.
κύριος Σκαμβουράς: Δε σε μαλώνω... του είπε στο τέλος. Ίσα ίσα, προσπαθώ να σας απαλλάξω από τις τύψεις σας. Δεν πρόκειται, όχι, γι' αυτό, παιδιά. Η έκθεση, για την οποία σας μιλώ, δεν έχει τέτοιες τολμηρότητες. Είναι ένα πρότυπον γραπτού λόγου, ένα αληθινό σχολικόν αριστούργημα. Το σφάλμα της είναι -αν μπορεί να θεωρηθεί σφάλμα- ότι είναι διατυπωμένη εις γλωσσικόν ύφος το οποίο αποκρούει ο Σύλλογος των καθηγητών, προεξάρχοντος του κυρίου Γυμνασιάρχου. Για να εξηγηθώ σαφέστερα, η έκθεση αυτή είναι γραμμένη στην κοινή γλώσσα του λαού... δηλαδή στη Δημοτική... δηλαδή στην ελληνική γλώσσα.
Μέλιος: -Με συγχωρείτε, κύριε καθηγητά, αλλά τότε πρόκειται για μένα! φώναξε ο Μέλιος και βρέθηκε όρθιος. Τα μάτια του -πριν σηκωθεί- είχαν στραφεί σαν αστραπή πίσω και γέμισαν φως.
κύριος Σκαμβουράς: -Ναι, Κάδρα... Για σένα, πρόκειται, παιδί μου. Δεν σου αποκρύπτω την ψυχική μου αναστάτωση. Τέλος πάντων...Εν γένει... εγώ, προσωπικώς, και εις πείσμα κάθε θυσίας, θα βαθμολογήσω σύμφωνα με... την προσωπική μου συνείδηση.
Ο Μέλιος ξεκίνησε να πάει να την πάρει.
κύριος Σκαμβουράς: Όχι... είπε ο Σκαμβουράς. Έχω να εκπληρώσω μια προσωπική υποχρέωση, τόσον απέναντι της τάξης σας όσο και απέναντι της συνείδησης μου. Πήγαινε, παιδί μου, στο θρανίο σου.
Ο καθηγητής σκούπισε μ' ένα μαντίλι τα μελίγγια του. Ύστερα τους κοίταξε όλους μ' ένα ταπεινό παρακάλιο.
κύριος Σκαμβουράς: Σας παρακαλώ... είπε, να μην κάνετε κανένα θόρυβο...
Ύστερα άνοιξε το τετράδιο, το 'στρωσε με την παλάμη του, κι άρχισε να το διαβάζει με προσοχή και αγάπη:Πέρα απ' τα βυσσινιά, ουρανομίλητα βουνά ξεκινάει το ποτάμι του χωριού μας. Έχει να κάνει ένα δρόμο γεμάτο σκαλοπάτια και να πάει να χυθεί κάτω στην ανυπόμονη θάλασσα. Κάτι πουλιά το κυνηγάνε κι ύστερα κουράζονται και μένουν. Κείνο δε μένει. Τρέχει και ψέλνει, τρέχει και καλοναρχά, τρέχει και ποτίζει. Περνά από ένα σπίτι... Είναι παλιό, με σταχτιά ντουβάρια. Κι ένα δέντρο. Ποτίζει το δέντρο και το σπίτι. Το δέντρο το θέλει το νερό, το σπίτι δεν το θέλει. Είναι μια άρρωστη μέσα, γι' αυτό. Μια άρρωστη που αποβραδίς θέλει να πεθάνει και το πρωί φωνάζει: “Γλιτώστε με!” Τη λένε Σέβδω. Η εικόνα είναι αυτή. Απέξω περνάει ένα ξυλένιο γεφυράκι. Ένα πετεινάρι πηγαίνει κάθε μέρα και μετρά το μπόι του - αν μπορέσει να πέσει. Είναι δέκα μέρες τώρα που η άρρωστη βρίζει το χάρο. Κείνος χαμογελάει... “Άστηνα, λέει. να 'ρτει παρακαλώντας”.
Η γριά καρφώνει τα μάτια στο ταβάνι... “Έλα, άγγελε... εσένα, λέω, σπλαχνικέ, πάρε με”. Ο άγγελος φτεροκοπάει απέξω και δεν μπαίνει. Η καημένη η γριά... κι έχει κι ένα δύσκολο όνομα. Ήρθε στον κόσμο για να πιει νερό, κι ήπιε φαρμάκι. Αντίς για κόρη, γέννησε μια κόλαση, που την παίδεψε, όπως ο μύλος το σπυρί το στάρι. Και τη βάφτισε Ουράνα - κρίμας στ' όνομα. Στο μέσα καμαράκι κάθεται ένα μικρό γυμνασιόπαιδο. Έχει θέρμες. Κανείς δεν το γιατρεύει, μα ούτε και το θέλει. Κείνος είναι άρρωστος από την αρρώστια της γριάς. Ακούει τα παράπονα της και δεν ξέρει τι να κάνει, γιατί είναι η πρώτη φιλενάδα του. Θέλει να τη γλιτώσει και δεν ξέρει πώς.
Η Ουράνα λέει: “Τα καλύτερα γιατρικά τα πουλάνε στα μνήματα”. Το παιδί την ακούει και θέλει να της κάψει το στόμα μ' ένα δαυλί. Θέλει να γλιτώσει τη φιλενάδα του, μα πώς να το κάνει; Γυρίζει και πουλά κουλούρια μ' ένα καλάθι, για να μαζέψει λίγες δραχμές, να της πάρει γιατρικό. Γυρίζει παραπονεμένος μες στα σοκάκια και φωνάζει: “Πάρτε κουλούρια... είναι πολύ φρέσκα”. Η φωνή του κλαίει, μα τα παιδιά τον περιγελάνε. Δεν καταλαβαίνουνε τι θα πει: Πεθαίνει η φιλενάδα του. Γιατί να είναι τόσο άσκημος ο κόσμος; Έρχεται και μανταλώνεται μες στο καμαράκι κι η φωνή του ακόμη κλαίει μονάχη της στο δρόμο: “Πάρτε ένα κουλούρι, πεθαίνει η γριά...”
Το μεσημέρι η ψυχή του πλαντάζει και κατεβαίνει στο σοκάκι. Πάει σύρριζα σύρριζα στο ποτάμι. Ένα σκυλί περνάει απ' το γεφύρι, με πένθος στο ποδάρι. Φαίνεται πως το 'χει απ' τη μάνα του. Γιατί να πεθαίνουνε οι άνθρωποι; Άδικα, ρωτά το ποτάμι. Κείνο τρέχει απελπισμένο και φωνάζει “πνίγομαι, πνίγομαι, πνίγομαι!” Έχει δίκιο. Πιο κάτω γκρεμίζεται από 'να βράχο και βγάζει απ' το στόμα του αφρούς. Μα οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν τίποτα και το λένε “καταρράχτη”. Γελούνε. “Τι ωραίο ποτάμι...!” λένε. Πότε θα καλυτερέψουνε οι άνθρωποι; Πότε θα γίνουνε λιγάκι πονετικοί για τους άλλους; Γιατί τώρα δεν είναι καθόλου
Μια Ουράνα είναι όλη η πόλη. Δε σ' αφήνει ούτε να πεθάνεις γλυκά. Μια ακαταστασία είναι αυτό που λένε πόλη. Ένας εδώ σκάβει λάκκους για πεθαμένους. Και πιο πέρα άλλος σκάβει λάκκους για κρεμμύδια. Πιο πάνω, σ' ένα αλώνι, παντρεύουν μια ντροπαλή και την κάνουν να σκύβει πολύ τα μάτια της. Ρίχνουν και τουφεκιές για να το μάθουν όλοι. Απ' την άκρη της πολιτείας περνάει η αμαξοστοιχία του μεσημεριού. Το τρένο κουδουνίζει ολάκερο, σαν κασόνι γιομάτο γυαλικά. Κάτι έμποροι φτύνουνε απ' το παράθυρο.
Γιατί είναι τόσο κακό σ' αυτόν τον κόσμο να πουλάς κουλούρια; Αυτό κανένας δεν του το εξήγησε.
“Η μουσική των νερών” λέει ο δάσκαλος. Δεν έχουν νερά οι μουσικές! Πεθαίνει η Σέβδω. Αυτό ξέρουμε. Και τα νερά κλαίνε, σαν μικρά αγγονάκια που δεν ξέρουνε γιατί κλαίνε- γι' αυτό και κλαίνε περισσότερο. “Μπάμπω... μόνο ένα λεμόνι μπόρεσα ν' αγοράσω... λέει το παιδί λυπημένο στη γριά. Δεν αγοράζουνε κουλούρια”. Η Σέβδω γυρεύει το λεμόνι, σαν το μωρό, το βυζί. Αχ... γιατί να πεθαίνει κανείς με τόσο φαρμάκι στη γλώσσα;... Το σκυλί πάλι περνά με το πένθος στο πόδι. Μήπως το 'χουνε για θελήματα στο νεκροταφείο;
Στο σπίτι της Σέβδως ανάψανε τη λάμπα. Η Ουράνα τα βάζει με το χάρο, που αργεί. Το παιδί χώνεται μες στα στρωσίδια και κλαίει. Μια καμπάνα χτυπάει σαν να πονά. Η Σέβδω δεν μπορεί να κάνει το σταυρό της και οδηγάει το χέρι της το παιδί. “Στο όνομα του Πατρός - του Υιού -και του Αγίου Πνεύματος - Αμήν”. Ύστερα το παιδί γαντζώνεται στο ρούχο της. “Δε θέλω, Σέβδω... της λέει. Μη! Δε θέλω να πεθάνεις!...” Η Σέβδω τον ακούει και παρακαλάει να την αφήσει “ν' αφουγκραστεί”. Μα η Ουράνα καβγαδίζει. Ολοένα καβγαδίζει με το Χάρο. Το σκυλάκι με το πένθος ξαναπερνά για τελευταία φορά απ' το γεφύρι. Τα μάτια του παιδιού ματώσανε. Ποιοι κάνανε τις Ουράνες; Και τους Χάρους; Και την απονιά; Ποιοι κάνανε την απονιά; Ο χάρος είναι κακόψυχος, αφού συμφωνάει με την Ουράνα. Κι είναι ψέματα πως τα ποτάμια τραγουδάνε. Τα ποτάμια είναι τα δάκρυα των βουνών. Κι είναι οι ψιχάλες απ' τα δάκρυα των ανθρώπων, που χάσανε τη χαρά τους. Τα μεσάνυχτα ήρθ' ο παπάς με το θυμιατό του.
-Τ' είν' αυτό; ρώτησε η Σέβδω και τινάχτηκε.
-Τίποτα, Σέβδω... Είναι η Θεία Μετάληψις.
- Λεμόνι θέλω! Δεν έχει το αγόρι άλλο λεμόνι; Δε θέλω μετάληψη!
- Είναι τα άχραντα Μυστήρια, Σέβδω... είπε ξανά ο παπάς.
- Θέλω λεμόνι! Πού είναι το παιδί, να μου δώκει λεμόνι; Αυτό θέλω. Το δικό σου στέλνει στον άλλο κόσμο. Δε θέλω!
Ο παπάς την κοινώνησε χωρίς άλλες κουβέντες, σκόρπισε λίγη δροσιά με το δεντρολίβανο κι έφυγε. Το παιδί γαντζώθηκε πάνω στα ρουφηγμένα στήθια της και έκλαιε σαν να το δέρναν. Την αυγή η Σέβδω κύλησε σιγά σιγά στον άλλο κόσμο• και πάγωσε. Το παιδί πήγε ξεσκούφωτο να κλάψει έξω. Ήθελε να κλάψει δυνατά. Να τινάξει τα χέρια του μες στο σκοτάδι. Γιατί τα 'καναν όλα τόσο άσκημα, τόσο άδικα, τόσο πικρά; Έψαξε με τα χέρια και βρήκε τα χόρτα του ποταμού. Ύστερα κάθισε με τα γόνατα. Έσκυψε στον παλιό του φίλο και προσπάθησε ν' ακούσει το τραγούδι του... Ήταν θολό, βαθύ, ίδιο με την ερημιά, ίδιο με το θάνατο. Και τότε κατάλαβε ότι αυτή ήταν η μουσική των νεκρών. Μια μουσική που βγάζουν τη νύχτα οι καλαμιές... Είναι τα τραγούδια που λένε τη νύχτα οι μητέρες στ' άρρωστα μωρά... οι φωνές που βγάζουν, μες στον άξενο κόσμο, τα ολομόναχα παιδάκια...
Η φωνή του καθηγητή σώπασε βουρκωμένη. Τα κορίτσια κλαίνε. Κλαίνε και τ' αγόρια. Μόνο οι “Πέρσες” κλοτσάνε, γιατί δεν ξέρουνε να κλάψουνε. Η Αγράμπελη είναι ένα μικρό λουλούδι που τρέμει στ' αεράκι. Το μικρό της σώμα έπλεε μες σ' ένα ζεστό σύννεφο, χωρίς χέρια, χωρίς πόδια. Αγράμπελη... ένα όνειρο φορτωμένο άνοιξη. Ο Μέλιος ονειρεύεται ολόρθος. Ονειρεύεται κεράσια, τραγούδια με ψιλές φωνές, βάρκες, που αρμενίζουν μες στα χρυσάφια. Ξαφνικά ξεσπούνε παντού χειροκροτήματα. Ο καθηγητής κρεμνά τα χέρια. Το κουδούνι χτύπησε. Αδειάζει σιγά, τελετουργικά, η αίθουσα.. Ο Σκαμβουράς πάει ως την πόρτα, κλειδώνεται από μέσα, και ξαναγυρνά στην έδρα του. Θέλει να μείνει μόνος, ολομόναχος...
Το διαβασα στα δωδεκα. Ημουνα σαν υπνωτισμενος για μερες. Απο το βιβλιο και ειδικοτερα απο αυτο το αποσπασμα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠερυσι το διαβαζε η κορη μου. "Επαθε" το ιδιο.
Σκαναρισε αυτο το κομματι και μου το εστειλε με μέιλ νομιζοντας οτι δεν το ηξερα.
.....
Ισως (αλλα χωρις να ειναι και σιγουρο) ετσι εξηγειται και το μενος μου εναντιον "γλωσσαμυντορων"
Ρε, εγώ βούρκωσα ακόμα και τώρα. Γέρασα, φαίνεται.........
ΑπάντησηΔιαγραφήΕγω νομιζω οτι τα παιδια που εχουν διαβασει αυτο το βιβλιο το κουβαλουν παντα μεσα τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΩχ! Τί 'πες τώρα? Σαν και του λόγου μας θα γίνουν?
ΑπάντησηΔιαγραφήπολυγραφότατος και κυνηγημένος …
ΑπάντησηΔιαγραφήΕρωτικό κάλεσμα
Έσπασε ταμεία ο Σκάμπουρας. Αμ, να πείς ότι δε στο 'πα ? -Στο 'πα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαζευτήκατε εδώ μέσα δυο-τρείς Δακρυτζίκοι και κλαίτε τη μοίρα σας με μαύρο δακρυτζίκο.
Άσχετο : Ρε συ συνέταιρε, όταν το πρωϊ σε έστειλα σε αποστολή στο blog αυτής της μυστήριας της Closer, ήμουν σαφής :
"Τράβα να της το διαλύσεις"
Εσύ τί άκουσες ? "-Τράβα να σαλιαρίσεις"? Ε? Για πες μου.
Γαμώτο, όλα εγώ πρέπει πιά να τα κάνω εδώ μέσα ? ΚΑΙ γράψιμο KAI δημόσιες σχέσεις ΚΑΙ πειθαρχικό έλεγχο ΚΑΙ νταβατζιλίκι σε άλλα Blogs ???
ΚΑΙ σοβαρές μουσικές επιλογές ΚΑΙ προώθηση χρηματιστηριακών θεμάτων ΚΑΙ πομπάρισμα χαρτιών ΚΑΙ δυναμική παρουσία στο φόρουμ ΚΑΙ ΚΑΙ ΚΑΙ ΚΑΙ....
ΑπάντησηΔιαγραφήΝισάφι πιά.
Άσε πιά, που εξαιτίας αυτουνού του Σκάμπουρα, κάθμομαι τώρα μόνος μου να γράφω σχόλια στον εαυτό μου, σαν τον Καλογήρου, ώστε να φαίνεται ότι υπάρχει κάποια κίνηση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι τέλος, θα σε παρακαλούσα να μην ξανανεβάσεις θέμα με Σκάμπουρα και Κάνγκουρα, διότι ο κόσμος έχει ήδη αρκετά στο κεφάλι του και δε γουστάρει να κόβει φλέβες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑμ! το άλλο που το βάζεις! Βάλθηκε να με βάλει στο τρυπάκι να ανακαλύπτω τι ΔΕΝ έχω διαβάσει στη ζωή μου, ούτε Καραγάτση, ούτε Λουντέμη, μα ήθελα να ήξερα τι μας μάθαιναν σε εκείνο το σχολείο, ή έλειπα όταν τα έλεγαν;
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλά, Λουντέμη μήτε που τον άγγιξα ποτέ μου. Είχα μυριστεί ότι είχε πολύ δακρυτζίκο μέσα και δεν τα μπορώ τα ζουμιά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Καραγάτσης είναι άλλη περίπτωση. Γουστάρω.
Τελικά, πρέπει να αναγνωρίσω στον συνέταιρό μου ότι υπήρξε πρωτοπόρος στο θέμα "γυναικεία οπίσθια".
ΑπάντησηΔιαγραφήΣχολή ολόκληρη δημιούργησε. Ο Χάρος, κλασσικό παράδειγμα μαθητή, με το τολμηρό έργο "Τορνευτά Οπίσθια".
Και άλλοι, πολλοί.
Μεγάλος Δάσκαλος ο Usound, κι ας τον έκαψαν στην πυρά του Capital. Άνοιξε το δρόμο για όσους δειλά ακολούθησαν.
Και κατά βάθος ευαίσθητος, εάν κρίνω απ' αυτόν τον Σκάμπουρα.
Μια χαρά άνθρωπος είναι ο συνέταιρός σου Swear, τον είχα κόψει από την αρχή! Χαράζει δρόμους, προηγείται, πως το λένε;
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτα 12-13 θυμάμαι που διάβαζα Λουντέμη. Μέχρι να τελειώσει το βιβλίο που διάβαζα, έκλεινα την πόρτα του δωματίου και έβγαινα όταν το τελείωνα, μετά από 3 μέρες!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετικος ο Λουντεμης,τρυφερος,γεματος αγαπη για τον Ανθρωπο,ακομα και για τα ανθρωπομορφα τερατα ειχε μια καλη κουβεντα.Απολαυση η αναγνωση των εργων του.
ΑπάντησηΔιαγραφή… δεν φταίμε σε τίποτα και φέρτε πίσω τους Κουτάλλικα …
ΑπάντησηΔιαγραφήΚορυφαίος Λούκρι! Πολλά μου θύμισε αυτό το κείμενο της έκθεσης!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤελικά, όλοι στα δώδεκα διαβάζατε Λουντέμη. Εγώ στα δώδεκα είχα ξεκοκαλίσει τον Πάπυρο, τη Δομή, τα άπαντα του Φιοντόρ και όλη τη χρυσή συλλογή "Αγόρι", με Ελ Ζαμπάτο, Ρόϋ ξαναγυρίζει και Δικαστή Ντρέντ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπ' όλα αυτά, μόνο ο Δικαστής Ντρέντ μου 'μεινε.
"Ποιοι κανανε την απονια?"
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτη η φραση ειναι η πιο χαρακτηριστικη του Λουντεμη.Απ'ολο του το εργο αυτη η απορια ξεπηδα.Τον βασανιζει η κακια των ανθρωπων,παντα ομως βρισκει τροπο να δικαιολογησει τ'αδικαιολογητα.Τρυφερος ακομα κι απεναντι στους πιο σκληροκαρδους ηρωες του.
Δεν τολμώ να λείψω απ' το μπλογκ μην μου το κάνει κωλοχανείο ο συνέταιρος. Φρόντισα ν' αφήσω βάρδια τον mc, αλλά αυτός κάπου σορτάριζε και κορτάριζε. Τον άλλον τον Πρωτεσίλαο τον έχουν φάει οι γκόμενες. Τι μου απέμεινε? Η πιστή Λούκρη. Ωρέ, κατάντια!
ΑπάντησηΔιαγραφήΩχ, Λούκρη άμα είναι να μας τα ζαλίζεις όλη νύχτα με την απονιά, την κακία και την τρυφερότητα, χέστο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΙ have bad news for ya babe : Ο δικός σου, ο Usound ντε, έμεινε χωρίς υπολογιστή για καμμιά βδομάδα. -Ξέρεις τί σημαίνει αυτό ? Σημαίνει ότι από σήμερα μπαίνουμε σε άλλη ρέγουλα. Swearια ρέγουλα. Άμα θα λέω "χορέψτε", θα χορεύετε. Άμα θα λέω "σκάστε", θα σκάτε. Ό,τι πει το Αφεντικό, κατάλαβες ?
Λοιπόν, τέρμα το μοιρολόϊ. Άμα έχεις σεκλέτια, τράβα άκου Καζαντζίδη, να μερακλώσεις κιόλας. Πώς θα γίνει δηλαδή ? Μόνο όταν θες εσύ θα λέμε παπαριές ? Σήμερα σ' έπιασε το λογοτεχνικό σου ? -Τόσες μέρες που ήσουνα ? -Ε? Αλλά ξέρω. Επειδή σήκωνα εγώ κείμενα, έκοψες λάσπη. Και σήμερα επέστρεψες, να μας μαυρίσεις όλους. Βρε ούρτ !
... ανακαλώ! Ανακαλώ! μέγα βοϊβόδια!!! Lemmy και ξερό ψωμί!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΩχ, ξαναγύρισε ο κλαψιάρης.
ΑπάντησηΔιαγραφή-ΧΑΡΑ η Λούκρη, εεεεεεεε?
Σηκωσε κι εσυ ενα λογοτεχνικο,swear.Μπορεις!
ΑπάντησηΔιαγραφή-Γιατί, ποιός άλλος σήκωσε ?
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπήτε , κορίτσια! Ήρθε ο θείος!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο "μπήτε" απ' το Μπήτρος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλώς τον θείο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ κλαψιαρης,ντε!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπήκαν ήδη. Μα δεν τα είδες ?
ΑπάντησηΔιαγραφήΤσκ,τσκ,τσκ, να υπάγετε εις οφθαλμίατρον αγαπητέ, χεχε.
Γιατί ρε Λούκραινα, κι άμα σηκώσω δηλαδή, σάμπως ΕΣΥ θα το πάρεις χαμπάρι ότι σήκωσα ? Έτσι, για να ΄χουμε καλό αρώτηγμα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι ελεγα βρε που ειναι ο mc,που ειναι ο mc;Ενταξει ηρεμησα τωρα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΠοιός είναι πάλι αυτός ο Χούλιο Ντολμάς ?
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαινούργιος γκουρού μας προέκυψε πάλι ?
Μπάλμας. Προσοχή! Ούτε Ντολμάς ούτε Μπάμιας. Μπάλμας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπί τη ευκαιρία. Ρε παιδιά, αυτή η Κλώσσερ, που γράφει τώρα στα Capitalblogs, είναι όντως κολλητή του Bluesman ?
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια να υπολογίσω πόσο θα τηνε τσαλακώσω.
Βρε,με τη μια θα το δω αν σηκωσεις,σηκωσε εσυ και τι σε μελλει.
ΑπάντησηΔιαγραφήΛάθος πληκτρολόγηση του mc. Ντολμάς, ήθελε να γράψει...........
ΑπάντησηΔιαγραφήΔε μου λες σύ ρε γκουρού, με τη Ζωζώ Νταλμάς έχεις καμμιά σχέση ?
ΑπάντησηΔιαγραφήNαι ναι δεν ξερουμε ποιος ειναι...Μην ναναι εκεινος,μην ναναι ετουτος...;Το nick μυριζει mc απο χιλια μετρα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠού να θυμάμαι πια... Με την Σαπουντζάκη ίσως...
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Λούκρη εννοεί αν ΤΗ σηκώσεις............
ΑπάντησηΔιαγραφήΒουλωμενο γραμμα διαβαζεις,usound!
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν είναι ο Mc αυτός. Ο Mc κουτσοπίνει στο μπαρ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜήπως είναι αυτός ο ύπουλος, ο Bluesman ?
Ρε δεν αφηνετε τα σαπια!Ο mc ειναι.Τιποτα κρυφο απο τον λαο!Μc, μια ειναι η προκληση για σενα αλλα δεν εχεις τολμησει να την απαντησεις.Να αφησεις τα εξωτικα φαντεζι nick και να βρεις ενα κοινο γυναικειο.Να υποδυθεις γυναικειο χαρακτηρα χωρις να σε καταλαβουν.Εδω σε θελω μαστορα.....
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.youtube.com/watch?v=kNZEfZmxkik
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.youtube.com/watch?v=5VgQNBXzrXM&feature=related
http://www.youtube.com/watch?v=qq_a4i-lBFk&feature=related
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.youtube.com/watch?v=ced8o50G9kg
Τα λεω εγω αλλα ποιος με ακουει.....
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Λουντέμης άνοιγε την καρδιά του και ταυτόχρονα τις καρδιές των άλλων. Πώς τα λέω ο μπαγάσας!
ΑπάντησηΔιαγραφήabout closer (… Δεν Με Λένε έτσι καλέ…), άμα βάλεις το μπλόγκι χωρίς σχόλια βλέπεις:
ΑπάντησηΔιαγραφή1. μια φωτογραφική μηχανή
2. μια γυναικεία πλάτη ξεφλουδισμένη
3. μισό γυναικείο πρόσωπο …
… συμπέρασμα ώσπου να δούμε κάνα στητό βυζέτο ή σφριγηλούς γλουτούς θα περάσει κάνα δίμηνο και λίγο έβαλα …
Άκου Ντολμά, αν ήρθες να μαγαρίσεις το blog με Βιολάρηδες, σε πρόλαβε άλλος ή μάλλον άλλη, η Λούκραινα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια πες τώρα, ποιός είσαι ?
Βρε μπας κι είσαι ο ΚΟΥΜΠΑΡΟΣ ? Ή μήπως ο ΝΟΝΟΣ που τον χάσαμε κι αυτόν.
Τις ανοιγε?Εδω μας λενε οτι ψυχοπλακωθηκαν,usound.
ΑπάντησηΔιαγραφήπάντως, πακέτα με χαρτομάντηλα, τα άνοιγε!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι την είδα κι εγώ την ξεφλουδισμένη πλάτη της Κλώσσερ. Από τον ήλιο να το 'παθε ή μήπως δούλευε να βγάλει τίποτα παλιά λούστρα με το remover και κάηκε η ράχη της ? Ποιός ξέρει ? Λες να ξέρει κι αυτή από μαραγκοδουλειές ? Καλό αυτό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑΤΕΡΜ ?
ΑπάντησηΔιαγραφή3 μιτος ανοιξε τωρα(mc-Λουντεμης-και τωρα closer).Eνα ενα τα θεματα ρε παιδια....Λοιπον ο mc ειναι swear,καθοτι ο blues αποκλειεται να εβαζε 4(!)utubιες σε ενα λεπτο.Περι Λουντεμη με εκφραζει(οπως αλλωστε και επι ολων των θεματων η Λουκρη).Περι closer αναμενω σταση swear...
ΑπάντησηΔιαγραφήΒρε,μανια με τον Βιολαρη!Βρε,ο Δακης μ'αρεσει,οχι ο Βιολαρης.Και λιγος Βαβατσικος καλος ειναι.Αμαν μ'αυτο το βιολι του Βιολαρη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΔε με θυμάσαι sweareggen ? Okt 2007 !
ΑπάντησηΔιαγραφήΤελικά, Λούκραινα, για λογοτέχνη ψάχνεις ή για ανοιχτήρι/τιρμπουσόν ?
ΑπάντησηΔιαγραφήΡε συνέταιρε, τί θα γίνει μ' αυτή τη Λούκρη? Μέχρι κι εμένα ,του τέρατος υπομονής, μου τάχει κάνει τούμπανο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠού να σε θυμάμαι ρε Ντολμά ? Ξέρεις πόσοι γκουρούδες πέρασαν από τότες ?
ΑπάντησηΔιαγραφήκι εμού!. Δεν μούκατσαν οι γενικές!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυνέταιρε, δεν το ΄πιασες ? Είδε η Λούκρη ότι σε συγκινεί ο Σκάμπουρας και σου λέει "κάτσε να τη δω φιλολογικό σαλόνι, απόψε, να μη μου λένε ότι είμαι πάντα εκτός θέματος".
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ πλάκα είναι ότι εξακολουθεί να είναι εκτός θέματος και δεν το ξέρει ακόμη.
Χαρά στο κουράγιο σου πάντως, φίλε.
Μπάλμας είπαμε !
ΑπάντησηΔιαγραφήΕποχές κι εκείνες...
… καλή συνέχεια μάγκες … αναχωρώ προς βαράκια …
ΑπάντησηΔιαγραφήΌπου νάναι θα εμφανιστεί κι αυτή η θεά η Νάντια να μας ενημερώσει γιατί δεν της εκατσε η Άλφα. Τελικά, αυτή πρέπει να είναι bisexual!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟρίστε τώρα Λούκρη, έδιωξες ήδη τον Freeagle και είχα σοβαρή συζήτηση μαζί του. Τί κατάλαβες τώρα ? Και ποιός ξέρει πόσο άλλο κόσμο έχεις διώξει με τις κλάψες σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήBρε αξεστοι,βρε καφροι,βρε παραδοπιστοι!Σηκωνετε θεμα για Λουντεμη.Η ΤΙΜΙΑ Λουκρη σχολιαζει πανω στο θεμα την ωρα που ο mc παρατεινει τις αποκριες και εμφανιζεται ως Julio Iglesias και εσεις βρε τα βαζετε με τη Λουκρη;;!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΒρήκα ποιός είναι ο Ντολμάς. Αυτός ο Ζάρα είναι....
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι,ναι, η Νάντια είναι θεά, όντως. Και κάτι σκαμπάζει κι από Τ/Α, αλλά από κύματα και απο ΑΠΟΚΥΗΜΑΤΑ δεν έχει ιδέα. Κρίμα το κορίτσι.
ΑπάντησηΔιαγραφήδε μου κατσε , τι να κανουμε ? να το ριξω στην κλαψα αλα Λουντεμη?
ΑπάντησηΔιαγραφήτι μερος του λογου ειναι ο καινουριος?
Η συζητηση ηταν οντως σοβαρη,δεν αντιλεγω.Καποιος πρεπει να τον παρηγορησει τον αετο,παντως,την πηρε ασχημα την απωλεια των σφριγηλων γλουτων και παει να πνιξει τον πονο του...
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχουμε σηκώσει ποτέ εμείς θέμα για τον Λουντέμη ? Τί λέει ο Πρωτ ρε συνέταιρε ?
ΑπάντησηΔιαγραφήΞύπνα Πρωτ, για τον Σκάμπουρα είναι το θέμα και τον Δακρυτζούκο.
θεαματικη εισοδος
ΑπάντησηΔιαγραφήnobody is gonna touch my lucri
ωραιος ο μορς, ζωγραφιζει...
Ο "καινούργιος" Nantia πρέπει να είναι ο Blues.
ΑπάντησηΔιαγραφήναι, ε ?
ΑπάντησηΔιαγραφήετεροκλητα τα ασματα που εβαλε .
Nadia ? Δουλεύεις στην Άλφα ?
ΑπάντησηΔιαγραφήΒρε ποιος Σκαμπουρας και και ποιος Δακρυτζουκος και ποιος τζουτζουκος;Η ΛΟΥΚΡΗ ειναι το ενα και μοναδικο θεμα μας.Και η προαιωνια προκαταληψη σας εναντι της.Η οποια θα παταχθει.
ΑπάντησηΔιαγραφή(ο iglesias λακισε η ιδεα μου ειναι;)
Julio , no........
ΑπάντησηΔιαγραφήΆσε ρε Blues. Κάτσε να πεθάνω λιγάκι τη Nantia.
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.youtube.com/watch?v=9f-cEM1l7Ks
Παρακαλώ, να προσεχθεί ιδιαιτέρως το σόλο του Λουκαθερ.
Όχι. Δουλεύει για την Άλφα. Παρεμπιπτόντως μιμείται και τον δημόσιο υπάλληλο........
ΑπάντησηΔιαγραφήΤότε γιατί λένε ότι θες να πας στην τράπεζα αττικής ??
ΑπάντησηΔιαγραφήxaxaxa! thanks , swear ! ειχα καιρο να το ακουσω .
ΑπάντησηΔιαγραφήΒlues σε καλω,ως συμμαχητη λουκρητικο,να διαψευσεις την αθλια φημολογια οτι εσυ κρυβεσαι πισω απο το φαιδρο nick julio κλπ κλπ.Τραβα μια διαψευση και αλε τα πραματα στη θεση τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήποιοι το λενε ???
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπα, δεν μπορεί την Αττική. Της πέφτει μεγάλη.......
ΑπάντησηΔιαγραφήΒεβαίως, στο βίντεο, πλήν της εξαιρετικής goldtop του Στηβ, παρατηρήσαμε (???) ακόμη ότι ο τραγουδιστής των Toto ήταν -τότε τουλάχιστον- πρασινορουφιάνος ολκής, φιγούρα βγαλμένη απευθείας από την Χ.Τρικούπη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαιρό είχε να τ' ακούσει! Φαντάσου πόσο καιρό έχει να το νοιώσει!
ΑπάντησηΔιαγραφήολους θα μας φαει...
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι, ρε παιδί μου, δε γίνεται, ο Blues βάζει διαρκώς τα ίδια 5 τραγούδια. Αμάν πιά.
ΑπάντησηΔιαγραφήαπαξιω ακομα και να απαντησω πρωτ... god save lucri...
ΑπάντησηΔιαγραφήλεμπεσης, βιολαρης .......ανακατευει και τραπεζες ......
ΑπάντησηΔιαγραφήEυγε blues!H λασπη που πεταξαν στον ανεμιστηρα οι πληρωμενοι κονδυλοφοροι του mc μενουν εκθετοι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ mc-iglesias λουφαζει τωρα...
και the queen να εγραφες,το νοημα το ιδιο θα ηταν.Ειναι ταυτοπροσωπια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠρωτ, εάν μόνο ΗΞΕΡΕΣ ποιός είναι ο Ντολμάς, θα ήσουν πιό προσεκτικός. Σεβασμό στους παλιούς γκουρούδες. Είναι οι απόμαχοι μιας άλλης ηρωϊκής εποχής.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚοιτα swear,εγω εχω την δικη μου λογικη.Καθε νεο nick λιγο εξωτικου τυπου ανηκει στον mc μεχρι αποδειξεως του εναντιου.Μην μου το χαλας τωρα.Προτιμω να ζω μεσα σε αυτην την πλανη....
ΑπάντησηΔιαγραφήΠες μας ποσο μελανο σβερκο εχει,να βρουμε ποιος γκουρου ειναι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜεγαλειοτατη,μην ασχολειστε με αυτο το θεμα εσεις.Αλλοι εχουν επιφορτιστει με την επιλυση του μυστηριου.Η Υψηλοτης Σας θα προτεινα να ασχοληθει με θεματα αυστηρα πνευματικου ενδιαφεροντος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα το πει μόνος του. Πηγαίνετε σε παλιούς μίτους ΑΤΕΡΜ και θα τον τσεκάρετε. Μάρκα μεγάλη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΡε συνέταιρε, βάλε μιά εξίσωση να δεις πώς θα τσιμπήσει ο Ντολμάς!
ΑπάντησηΔιαγραφήΡε μαλάκα Πρωτεσίλαε, κόψε κάτι, η άλλη θα το πιστέψει στο τέλος ότι είναι Υψηλοτάτη και θα μας κρατάει και τουπέ. Ρε γαμώτο, μυαλό δεν έχετε ?
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Λούκρη, με πνευματικού ενδιαφέροντος? Πνεύμα= αήρ, για τη Λούκρη. Κοινώς, φούσκες!
ΑπάντησηΔιαγραφήΒαλε και κατι παραπανω απο Υψηλοτατη,βρε!Πρωτο μποϊ,οχι παιζουμε!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝτολμά, λύσε μου αυτή την εξίσωση
ΑπάντησηΔιαγραφήΕάν 1+1 = 2 και
2 Χ 2 = 4
ΤΟΤΕ
πόσα κυβικά χώμα χρειάζεται ένας ανθρώπινος τάφος για να σκεπαστεί τελείως, μόλις το πατήσουν οι σκαφτιάδες για να κάτσει και ακριβώς τη στιγμή που πιάνει δουλειά ο μαρμαράς ?
Εννοείται, με την κάσσα μέσα και γεμάτη. Για να μη λές ότι είχε παγίδα η εκφώνηση.
Βρε μιαρε,βλασφημε,αγροικε!Ειναι και Υψηλοτατη και Μεγαλειοτατη και Αυτοκρατειρα και Πανιερη!Να το βαλεις καλα στο μυαλουδακι σου!Μηπως θελεις να παει μια βολτα στα θερινα της ανακτορα η Μεγαλειοτατη,να λειψει κανα δυο μερες,και να ξαναρχισεις την κλαψα,την κεκαλυμενη δηλαδη κλαψα ταχα να ρωτας αδιαφορα:"ρε σεις που ειναι η Λουκρη;", ενω απο μεσα σου καιγεσαι απο την αγωνια μηπως παρατεινει την απουσια της.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο χουμε γραψει βαθια μες στην καρδια μας:θελουμε Λουκρη και οχι βασιλια!
Τί έγινε ρε παιδιά, γιατί κιτρινίσατε όλοι ?
ΑπάντησηΔιαγραφήΤου έβαλα πολύ δύσκολο του γκουρού ?
λοιπον, το πλεον φλεγον ζητημα ειναι η πολυαναμενομενη επιστροφη του σπαρτη, φοβερη αγωνια...
ΑπάντησηΔιαγραφήΠρωτ, όταν λείπει η Λούκρη και τύχει να ρωτήσω πού είναι, το κάνω μπας και κάποιος μου πεί "λείπει σε ταξίδι στην Αστράλια".
ΑπάντησηΔιαγραφήΘέλω να τ' ακούω.
Θα βγάλω και εγώ ένα νέο νικ, ως Μαρία Αντουανέτα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπλουζ,η αγωνια σ'αφησε να φας αποψε?
ΑπάντησηΔιαγραφήΓερο,αυτα δεν μας τα'χες πει!Αποκαλυψεις....
ΑπάντησηΔιαγραφήΜην χάσεις εσύ Λούκρη, αμέσως μες στο θέμα είσαι!
ΑπάντησηΔιαγραφήμεγαλειοτατη δεν ειναι αστειο, το σπαρτονι θα εδινε αλλο αερα στα μπλογκς
ΑπάντησηΔιαγραφήκεφαλαιο το μι blues.Mε σεβασμο Της απευθυνομαστε.Ξερεις εσυ...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑποκαλύψεις ήθελες ε Λούκραινα;
ΑπάντησηΔιαγραφήεκλιπαρω τη συγνωμη σας Μεγαλειοτατη
ΑπάντησηΔιαγραφήκαληνυχτες everywhere...
Βρε,καλως το το παιδι!Δεν μενει παρα να βρω κι εγω ενα ωραιο αντρικο νικ,να γινουμε πολλες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπλουζ,κοφτο,γιατι σε βλεπω συγχωρεμενο.Χαχαχαχα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή η Αντουανέτα;
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαληνυχτίζω και υπενθυμίζω πως το θέμα το παρέλαβα με 17 σχόλια περί ώραν δεκα και μισή. Έτσι, για να βάζουμε τα πράματα σε τάξη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΓεροαντουανετα:με ε και τετοια δεν απευθυνομεθα στην her majesty the ultimate Queen.Αν δεν θες να νοιωσεις την δροσια της γκιλοτινας να απευθυνεσαι με τον προσηκοντα σεβασμο στην Μεγαλη Κυρια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΆξιος ο doc και με τάξη!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήI am sorry her majesty the ultimate Queen!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο μυστήριο νικ με τη βοήθεια των δύο στοιχείων ΑΤΕΡΜ και 2007 οδηγεί στο λινκ http://www.capital.gr/gmessages/showTopic.asp?id=66208&pg=1&pid=66672&orderdir=asc#post_66672
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Αντουανετα με τους τετρακεφαλους,Γερο?
ΑπάντησηΔιαγραφήΕτσι να σε χαρω!Θα μπουμε σε ταξη ολοι εδω μεσα.Και αφηστε τον ψευτοροβεσπιερο swear να φωναζει.Long live our Queen Lucri!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήαρα evie , ο swear το ηξερε , το καταλαβε ...
ΑπάντησηΔιαγραφήαν ειναι ετσι, δικιο εχει, απ τους παλιους ειναι ο Julio .
έτσι δείχνουν τα στοιχεία Nantia.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι her majesty the ultimate Queen, με τους τρικέφαλους και τους δικέφαλους, όχι στα πόδια, αλλά στα χέρια!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕμ,τι Αντουανετα τοτε,μωρε?Ποπαϋ επρεπε να σε λεμε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε φώναξε κανείς;
ΑπάντησηΔιαγραφήτο Ποπαυ ανηκει στον swear.
ΑπάντησηΔιαγραφήαλλα τωρα που το σκεφτομαι, δεν του παει, λιγο γι αυτον.
Εγώ ξέρω ότι οι γκουρούδες ξεφυτρώνουνε πλέον εδώ μέσα σαν τα μανιτάρια. Κανονίστε μέχρι αύριο να μας έχετε πει τα παλιά σας νικς, γκουρούδες. Ειδαλλως, θα σας αποκεφαλίζω έναν-έναν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚατά τα λοιπά, καλή η παρέα σας, αλλά έχω και τις εμβριθείς μελέτες μου στη μέση, καθώς και τα άρθρα μου-φωτιά.
Αύριο, μεθαύριο ΙΣΩΣ -αν με παρακαλέσετε αρκετά- να σηκώσω το νέο μου αριστούργημα :
"ΝΕΚΡΟΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΗ"
Σας εύχομαι να ξυπνήσετε όλοι αύριο το πρωϊ.
Ναι,η αγαπημενη σου Βασιλισσα.
ΑπάντησηΔιαγραφήκαληνυχτα , swear .
ΑπάντησηΔιαγραφήΕγώ το "Ποπάϋ" το γράφω με διαλυτικά. Δεν το πρόσεξε ο "γκουρού".
ΑπάντησηΔιαγραφήΤέλος πάντων, Αντουανέτα και Ποπάϋ είναι το ίδιο πρόσωπο. Αύριο θα ξέρω ποιό.
Και πάλι καλό βράδυ και φρόνιμα.
Εμένα πάντως θα με ξυπνήσει η Όλιβ, δεν έχω πρόβλημα!
ΑπάντησηΔιαγραφήκι εμενα το ξυπνητηρι κατα τις 7μιση, 8 παρα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Όλιβ ξυπνά στις 6. Εμένα στις 7μιση να είμαι φρέσκος!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟλοι για υπνο πηγαν?
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι Όλιβ μου εδώ είναι ο αγαπημένος σου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι κανεις τετοια ωρα,βρε αχαϊρευτε?Αντε γρηγορα για υπνο,σηκωμο δεν θα εχεις το πρωι!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕμένα θα με σηκώσεις εσύ. Εσένα προκομμένη μου να δω πως θα σηκωθείς!
ΑπάντησηΔιαγραφή