Τετάρτη 27 Μαΐου 2009

H Aλίκη στο Ναυτικό

Εγώ βέβαια, την είχα ξαναδεί την «Αλίκη στο Ναυτικό», από πέρσι το χειμώνα, τότε που πρωτοβγήκε και κάνανε ο κόσμος ουρές ατέλειωτες έξω απ’ τους σινεμάδες, καθότι παίζανε η Βουγιουκλάκη με τον Παπαμιχαήλ, χώρια που ήτανε και το πρώτο χρωματιστό έργο του Φίνου, να φχαριστιέται το μάτι σου τεχνικολόρ, που λένε. Μάλιστα κύριε, βγάζουμε πια κι εμείς ταινίες έγχρωμες, το περίμενες ποτέ σου αυτό ; Τόσο πολύ μ’ άρεσε η "Αλίκη", που ξαναπήγα, δυό και τρείς και τέσσερις φορές, μπορεί και παραπάνω, άλλες μόνος μου, άλλες με παρέα, αναλόγως την περίσταση, ώσπου στο τέλος έμαθα απόξω όλα τα τραγούδια και τα σιγοσφύριζα, μα κι αρκετές ατάκες, όπως εκεί που λέει ο Κωνσταντάρας «-πολλά φουστάνια βρε παιδιά, πολλά φουστάνια, τί διάολο, εδώ είναι αντιτορπιλικό, δεν είναι το Λύκειο των Ελληνίδων». Μεγάλη πλάκα. Μα πιό πολύ γελάω μ’ εκείνον τον μυταρά, τον Μαλούχο, που μόνο τη φάτσα του να δω, μ’ ακούει όλος ο σινεμάς από το ξεκάρδισμα, ειδικά εκεί που περιγράφει στον Παπαμιχαήλ το γκομενάκι, την Καίτη τη Λαμπροπούλου, που τη συνάντησε κάτω απ’ το Ρολόϊ, στο Πασαλιμάνι. «Κώστα, αυτή δεν ήταν ξανθιά, ήτανε μελαχρινή. Κώστα, ήταν και παχουλούλα. Κώστα, ήταν και κοντή». Όταν το λέει αυτό, δεν κρατιέμαι, μου κόβεται η ανάσα από το χάχανο και γίνομαι ρεζίλι.
Μ’ αρέσει πολύ ο σινεμάς, είν’ η αλήθεια. Δηλαδή κι η μπάλα μ’ αρέσει, να πηγαίνουμε όλ’ η παρέα στο Καραϊσκάκη, να τρώμε πασατέμπους και να χαζεύουμε τον Μπέμπη, τον Σιδέρη, τον Ρωσσίδη και τους άλλους μπαλαδόρους, αν και με πιάνουν τα διαόλια μου, που μας το παίρνει το πρωτάθλημα ο Παναθηναϊκός, τρία χρόνια τώρα. Δε βαριέσαι όμως, εδώ πέρσι κερδίσαμε κοτζάμ Σάντος του Πελέ κι αυτό μου φτάνει. Έλεγα λοιπόν, ότι πιότερο ακόμα κι απ’ τη μπάλα, εγώ κάνω κέφι τον κινηματόγραφο. Και ξένα βλέπω βέβαια, πιό πολύ τ΄αστυνομικά και τα πολεμικά. Μου άρεσε πολύ κι ο Τζέμης Μποντ εναντίον Δόχτωρ Νο, που είδα εφέτος, φοβερός, δεν έχω ξαναδεί τέτοιο πράγμα. Όμως, όπως και να το κάνεις, τα ελληνικά έχουν άλλη χάρη. Προτιμάω τις κωμωδίες, αλλά και δραματικά βλέπω -φτάνει να ΄χουν καλό τέλος, όχι όπως αυτός ο "Δράκος" ή η "Στέλλα", που στο φινάλε τα κάνουν θάλασσα και βαλαντώνουνε στο κλάμα οι γυναίκες, στην πλατεία. Δεν τα μπορώ τα κλάματα, αρρωσταίνω, μα την Παναγία. Τέλοσπάντο, εγώ δυό φορές το μήνα, ο κόσμος να χαλάσει, θα το πάω το σινεμά μου. Κι όπως είπα, αν τύχει να ΄ναι πολύ καλή η υπόθεση, θα πάω κι άλλη φορά, να το ξαναδώ το ίδιο έργο και καρφάκι δε μου καίγεται που ξέρω το τέλος από πρίν. Βεβαια, όπως λέει κι η παροιμία, το πολύ το κύριε ελέησον, το βαριέται κι ο παπάς.
Γι’ αυτό και προχτές που μου ΄πε ο Θανάσης να πάμε να δούμε την «Αλίκη στο Ναυτικό» -όλ’ η Ελλάδα έχει πάει, αυτός τώρα το θυμήθηκε- τον αποπήρα. -Άσε ρε Θανασάκη, πού να τρέχουμε τώρα, το ‘χω δει εξάλλου είκοσιεφτά φορές, χώρια που δε μ’ αρέσει κι η Βουγιουκλάκη. «-Μα πώς γίνεται να μη σ’ αρέσει η Βουγιουκλάκη, σ’ όλους αρέσει η Βουγιουκλάκη, μέχρι και στον Διάδοχο αρέσει η Βουγιουκλάκη». -Ας αρέσει και στον Κέννεντυ, εμένα μια φορά δε μ΄αρέσει, είναι κάπως –πώς να στο πώ ;- παχουλούλα, που λέει κι ο Μαλούχος. Κοντοφάρδουλη, πιό σωστά. Σα να ξίνισε κάπως ο Θανάσης. «-Και ποιά σ’ αρέσει εσένα, για να ‘χουμε καλό ρώτημα ;». Αυτός τώρα θα περίμενε να του πώ την Καρέζη ή ακόμα εκείνην την ξανθιά, τη σταρελλάς, τη Λάσκαρη, που παίζει στα δραματικά, στον "Κατήφορο" και στο άλλο, με τους τεντυμποήδες -πανάθεμά τα τα κωλόπαιδα- μα εγώ του την έφερα του Θανασάκη, για τα καλά. -Η Μελίνα ρε μ΄αρέσει και η Λίλη Παπαγιάννη, ναι κι αυτή. Και καλά τη Μελίνα, εκεί το βούλωσε, αλλά την Παπαγιάννη ούτε που την ήξερε. -Έλα μωρέ, η Παπαγιάννη, εκείνη η μελαχροινή που έκανε την κακιά, στο «Ταξίδι», με τον Κούρκουλο και τη Βουγιουκλάκη. Ορίστε, τη θυμήθηκε, πάλι καλά. «-Αυτήν βρήκες καημένε να σ’ αρέσει ; Μα αυτή είναι κομπάρσα !». -Μωρέ, ας είναι ό,τι θέλει. -Ενοχλάει κανέναν ; Εμένα αυτή μ’ αρέσει. Κι η Μελίνα, βέβαια. Άειντε, κι η Μαίρη η Χρονοπούλου, η καστανή που έπαιζε τη Μαίρη, στο "Στουρνάρα 288", με τον Μακρή. Αυτές οι τρείς και τέρμα.
Ο Θανάσης το βιολί του, ξαναγύρισε την κουβέντα στην Αλίκη : «-Τέλος πάντων, γούστα είν’ αυτά, πάλι καλά που δε σ’ αρέσει κι η Σμάρω Στεφανίδου. Λέγε τώρα, θα πάμε στην Αλίκη ; Έλα, θα είναι κι η Όλγα». -Η Όλγα ; Αμάν, το ντέρτι μου. Η Ολγάρα, η ψηλοκάπουλη, με τον μαύρο της τον κότσο κι αυτά τα μάτια, που με κάνουν ένα με την άσφαλτο. Κάνα εξάμηνο τώρα τη βλεφαριάζω, μα ευκαιρία δεν έχω βρεί να τη διπλαρώσω. Μ’ έχουνε φάει και τα ταξίδια βλέπεις, όλο λείπω. Το λοιπόν, αφού θα είναι κι αυτή, αλλάζει το πράμα. -Αμέ, να πάμε ρε Θανάση στην Αλίκη, γιατί να μην πάμε ; -Τί δηλαδή να το ΄χω δει εικοσιεφτά φορές το έργο, τί εικοσιοχτώ, το ίδιο κάνει. Έτσι μαζευτήκαμε στο «Άστρον», στην Αμφιάλη -ωραίος σινεμάς, ταράτσα- έξι άτομα παρέα, με τα ναυτικά εγώ, η Όλγα μια κουκλάρα, όπως πάντα, έκανα να βγάλω λεφτά για τα εισιτήρια, «-άστο ρε», με κόβει ο Θανάσης, «εσύ είσαι ναύτης τώρα, κάτσε πρώτα ν’ απολυθείς και μετά». Εντάξει. Κόψαμε -δηλαδή ο Θανάσης- τα εισιτήρια, το δικό μου μισό-στρατιωτικό και μπουκάραμε. Το νού μου εγώ, σαν τον αητό, πού θα καθότανε η Όλγα, για να θρονιαστώ δίπλα της, όμως με πρόλαβε ο Θανάσης, με πιάνει από το μπράτσο, «-στάκα και μη βιάζεσαι», μου λέει, «βγαίνει από βδομάδες μ’ έναν πυροσβέστη, τώρα το ‘μαθα κι εγώ, η Ανθή μου το ξεφούρνισε». Η καταστροφή του Δράμαλη. Μου πέσανε τ’ αφτιά και διόλου κέφι δεν έκανα πιά, ούτε για το έργο ούτε για τίποτα, μόνο έκατσα βουρλισμένος και μουρτζούφλης στην άκρη, ν’ ακούω πάλι τον Κωνσταντάρα να παραπονιέται για τα πολλά φουστάνια. Ναι, πολλά φουστάνια, άντε να μη σου πω κι εσένανε καμμιά κουβέντα , στραβούλιακα. Τέλειωσε κάποτε η παράσταση, «-άντε καληνύχτα παιδιά, Θανάση φχαριστώ για το εισιτήριο, εγώ πρέπει να πηγαίνω γιατί ταξιδεύω αύριο, είμαστε σκοπούν, καληνύχτα Όλγα, χάρηκα». Άντε κατούρα μας, καημένη, είπα από μέσα μου.



Να ‘μουνα λέει κι εγώ Δόκιμος, σαν τον Παπαμιχαήλ, να μπάζω στο καράβι όποιανε γούσταρα, να τηνε κρύβω στη λέμβο και μετά να κάνουμε χαβαλέ με τους υπόλοιπους, να χορεύουμε και να τραγουδάμε αυτά τα ωραία, του Χατζηδάκι, στο υπόφραγμα. Όμως, δεν είμαι Δόκιμος, ναύτης πυροβολητής είμαι -που να με πάρει- κι υπηρετώ θητεία στη «Λόγχη», στην αντιτορπίλα, είκοσι μήνες τώρα, να με τρώει η αλμύρα, όπως την άβαφτη τη λαμαρίνα και να κουφαίνομαι λίγο λίγο, γεμιστής στ’ αριστερό δίδυμο των τριών ιντσών, χώρια το ματσακόνι και το μπογιάτισμα –που κανονικά είναι δουλειά αρμενιστή κι όχι των πυροβολητών, αλλά τέλος πάντων. Έχω πάντως να το λέω, πώς ολ’ αυτά τα δοκιμάκια που γυροφέρναν την Αλίκη, μπάζα δεν θα πιάνανε μπροστά μου, από ηθικόν ακμαιότατον θες, από φρόνημα θες, από παράστημα θες ; Κι όσο για τη φορεσιά, κανονικά θα έπρεπε να με κατεβάζουνε κάθε μέρα με κούρσα ίσαμε τη Σχολή τους, στην Πειραϊκή, να με μοστράρουνε για δείγμα στα δοκίμια και να τους λένε «-να ρε στραβάδια, πώς πρέπει να ‘ναι κανονικά η ναυτική στολή, καμαρώστε τον». Παντελόνι, πέντε τσακίσεις λεπίδια, μπελαμάνα σμόκιν σκέτο, μαντήλι πατημένο με την κόλλα, φανέλα και λυκαδούρα ξασπρισμένες στη χλωρίνη, κολαρίνα να τα χάνεις, άρβυλα καθρέφτες, γυαλισμένα μέχρι και τα βάρδουλα –και χωρίς να τα σκουπίζω σαν τον λεχρίτη πίσω στα μπατζάκια, όπως κάνουν πολλοί. Γι’ αυτό και όλοι στο καράβι με φωνάζουνε «Ναυτάρα» -αυτό είν’ το παρατσούκλι μου- επειδή είμαι πάντα τσίλικος, σαν για ορκωμοσία, μισό δάχτυλο μαλλί και ξουρισμένος διπλή κόντρα, να χαζεύουνε στις επιθεωρήσεις τα πιλάφια και να μην προλαβαίνω να μαζεύω τα «εύγε παιδί μου, εύγε σου» και να με χώνουνε πρώτο πρώτο στ’ αγήματα. Μα το μεγάλο μου καμάρι, είναι ο φιόγκος της κορδέλας στον πηλίσκο, χελιδονοουρά κανονική, εγγλέζικια, όχι σαν τους κόμπους της συμφοράς, των αλλωνών ναυταίων, μα όπως ακριβώς των δοκίμων στις παρελάσεις, που μού ‘μαθε ο μπάρμπας μου να δένω και να τον κοκαλώνω με ζαχαρόνερο, για να στέκει. Και τονε φτιάχνω ολομόναχος τον φιόγκο, ενώ τα δοκίμια έχουν υπηρέτες γι’ αυτή τη δουλειά. –Σάμπως και ξέρουνε, νομίζεις, να δέσουν φιόγκο από μόνα τους ; Να καταχωνιάζουνε όμως ξανθιές στ’ αντιτορπιλικά, ξέρουνε, τύφλα τους.
Εις τάξιν απάρσεως απ’ τ’ αξημέρωτα, βιράραμε τους μουσκεμένους κάβους και πιάσαμε να ξεμυτίζουμε απ’ το Ναύσταθμο, γλιστρώντας στο νερό, με το πηδάλιο αριστερά και με τις χάλκινες σφυρίχτρες πάνω στα δεμένα τα πλεούμενα τριγύρω, να κελαηδάνε ακινησίες, μες στην πάχνη, σαν σε συναυλία, από γέφυρες και κλίμακες, για να στέκουν σούζα άπαντες, στα υπόλοιπα καταστρώματα. Γειά και χαρά σας κι ώρα καλή στην πλώρη μας. Που σκορδοκαϊλα σας, δηλαδή, έννοια σας και το ξέρουμε. Εμείς σαλπάρουμε κι σεις αράζετε στους ντόκους, να χαζεύετε τα ποντίκια στο μουράγιο, μα θα ΄ρθει κι η σειρά σας, αργόσχολοι. Νάτα τα πουλάκια μου, κοιμούνται όλα στη σειρά, παραβολισμένα, «Ασπίς», «Βέλος» – η «Σφενδόνη» λείπει, κάπου θα βολοδέρνει κι αυτή- και πιο πέρα οι σκυλοπνίχτες, τα Θηρία, «Λέων», «Ιέραξ», «Αετός» και «Πάνθηρ», να ξεμακραίνουνε σιγά σιγά κι αυτά, όπως τ’ αφήνουμε ξοπίσω μας.
Είν’ όμορφο το καράβι μας, το καμάρι του Στόλου, εδώ μέσα έπρεπε να ΄χε κρυφτεί κανονικά η Αλίκη για να γυρίσουνε την ταινία της κι όχι στο ψοφίμι τον «Αετό». Καινούργιο πλοίο, ούτε δυό χρόνια που το πήραμε, Φλέτσερ διφούγαρο, αβύθιστο σκαρί, ίσαμε και είκοσι μέτρα μακρύτερο από του «Αετού», τέσσερα κανόνια πεντάρια, πολύ ζημιάρικα – ο «Αετός» δεν έχει τέτοια- κι όσο για την ταχύτητα, έτσι και πάρουνε τις πρέπουσες στροφές οι προπέλες μας, θα μας κιαλάρει ο «Αετός», από μίλια πίσω, ο καψερός. Αλλ’ απ’ την άλλη, πιο καλά που τρύπωσε στον «Αετό» η Αλίκη κι όχι εδώ μέσα, γιατί εμείς είμαστε αντιτορπιλικό αντρίκιο κι όχι το Λύκειο Ελληνίδων, που λέει κι ο Κωνσταντάρας.
Άειντε, σηκώσανε τώρα κι οι σηματωροί μας στον ιστό την κίτρινη παντιέρα, με τον κόκκινο σταυρό, να μαρτυράει στους θαλασσινούς πως του λόγου μας είμαστε το πλοίο το σκοπούν, σα να λέμε οι γκιουλέκες του Αιγαίου και το νού σας όλοι -και πρώτα εσύ Τούρκο- άμα θέτε να τα πάμε καλά. Να μη γυρίσω καταπάνω σας το δίδυμο και σας γαμήσω το μουνί που σας πέταγε, κερατάδες, μεμέτηδες, να τρώνε τα κουφάρια σας τα ψάρια, για ένα μήνα, να χορτάσουνε τουρκιά. Σκοπόσημο τη λένε δαύτη τη σημαία, μα κάτι ναυταίοι βλάστημοι τη φωνάζουνε γαμόσταυρο, επειδή έτσι και κάνει και σηκωθεί, πα’ να πει πως θα περάσει κάμποσος καιρός μέχρι να ξαναδείς την Κούλουρη και πως θα σε φάει μες το βαπόρι η ζέστα, η βρώμα, η δυσωδία κι η αξουρισιά.
Σουρουπώνει πια και πλέουμε μεσοπέλαγα, κάλμα η θάλασσα, μπουνάτσα, να κόβουμε βόλτες, ανοιχτά της Εύβοιας, ίσαμε την Αλόννησο, στροφή προς Άη-Στράτη, κάτω μετά, προς Ικαριά κι όλο ξανά τον γύρο, σαν το τράμ, το «4», Περαία-Πέραμα. Που και που, οι τσιμινιέρες ξεκαπνίζουν τα σωθικά τους από πάνω μας, μικρά καρβουνάκια, ουρανοκατέβατα, να μουτζουρώνουν την κουβέρτα και τα μούτρα μας. Στεκόμαστε στο μεσόστεγο, αμίλητοι, ακουμπισμένοι στα βρεγμένα ρέλια, παρέα με τον Γαλάνη, τον χοντρό, που τον φωνάζουμε «μπαλότσα» και με τον πυροβολητή, τον Γεωργά, τον βλάχο, να μασουλάει κάτι λαδοριγανισμένες φέτες, που του ‘φτιαξε ο μάγερας, παραγγελιά. Το μαλλί του φουκαρά του βλάχου είναι ακόμα γκρίζο, από το τσιμέντο ταχείας πήξεως που του ρίξανε για καψόνι κάτι ξύπνιοι, την ώρα που μπανιαριζότανε, εν όρμω. Έχει και πολλά καλά παιδιά στο καράβι, αλλά έχει και κάτι κακούς μπαστάρδους, ναύτες παλιούς, σειρά μου και πιο μπροστά ακόμα, που το ‘χουνε για χωρατό να βασανίζουνε τους άλλους, με καμώματα επικίνδυνα πολλές φορές. Κλεφταράδες, χασικλήδες, ρουφιάνοι, μπορεί και νταβατζήδες και μαχαιροβγάλτες μερικοί, λουλούδια σκέτα, κάθε καρυδιάς καρύδι. Γι αυτό, όπως κι άλλοι, έχω κι εγώ ένα κοντό λοστάρι στην καβάτζα δίπλα στην κουκέτα μου, για την κακιά την ώρα, αφού μ’ αυτούς τους διαβόλους, ποτέ δεν ξέρεις. Θα κάνει βδομάδες, όπως φαίνεται, να φύγει το τσιμέντο απ’ το κεφάλι του βλάχου, ωστόσο αυτός, μεγαλωμένος σε στάνη, κριάρι κανονικό, είν’ αναίσθητος και δε δίνει φράγκο για τέτοια πράγματα, ούτε κακία βαστάει, μόνο τραγανίζει τις φέτες του μάγερα. Οι άλλοι δυό φουμάρουμε, χωρίς όρεξη για κουβέντες, να συλλογιόμαστε αυτό το άσκημο που γίνηκε πιο νωρίς και όσα χειρότερα μέλλει να γίνουν, από αύριο, αφού κάποιος το μούντζωσε το πλοίο, δεν μπορεί.
Σε κάθε ταξίδι, όλο και κάτι συμβαίνει, ιστορίες γλυκόπικρες, για να ΄χουμε μετά να λέμε, σαν με το καλό περάσουνε οι μήνες κι απολυθούμε και τα θυμόμαστε. Ετούτη τη φορά όμως, το πράγμα είναι σοβαρό, όσο δεν πάει. Λέω γι’ αυτό που έγινε το μεσημέρι, με τον Σλήμαν, το ναύτη του Οπλονομείου. Βότση δηλαδή τον λένε, Νίκο Βότση, αλλά όλοι τονε φωνάζουμε Σλήμαν, επειδή έχει σπουδάσει αρχαιολόγος. Του Πανεπιστημίου ο Σλήμαν, πώς διάβολο κατάληξε εδώ μέσα, δεν έχω ακόμα καταλάβει. Κανονικά, θα έπρεπε να ΄ναι σημαιοφόρος έφεδρος, να έχει βολευτεί στο Επιτελείο ή δεν ξέρω πού, πάντως κάπου καλά, στη στεριά. –Τι μου τον κουβαλήσανε στο βαπόρι τον αρχαιολόγο, να κάνει ανασκαφές στα διπύθμενα ; Ο Γαλάνης, που κόβει το μάτι του, λέει πως κάτι θα ‘χει κάνει παλιά ο Σλήμαν, σε τίποτα πολιτικά θα ΄χει μπλεχτεί και γι αυτό δεν τον κάνανε αξιωματικό, παρά μόνο τον ξαποστείλανε εδώ χάμω, δυσμενής μετάθεσις, που λένε. Δεν ξέρω. Πάντως, αν αφήσεις κατά μέρος που όλο διαβάζει κάτι βιβλία μυστήρια, με αρχαίους Πλάτωνες και τέτοια, είναι καλό παιδί ο Σλήμαν, πράο, ψυχοπονιάρικο και καταδεχτικό.
Τώρα τον έχουνε μπροστά τον Σλήμαν, στο καρρέ αξιωματικών και τον ανακρίνουνε, «πώς» και «γιατί». Αυτά γινήκανε όλα πολύ γρήγορα. Το μεσημέρι πέρασε σήμα από τον Στόλο, συλληφθεί/τεθεί υπό κράτηση δίοπος/διαχειριστής Βότσης Νικόλαος. Έτσι, στα καλά καθούμενα. Κλείσανε την πόρτα στο Οπλονομείο, φωνές, κακό «ρεζίλεψες το καράβι, αλητάμπουρα, μπορσεβίκο, πήξα, δείξα», μετά ανοίξανε και βγάλανε τον Σλήμαν, αναψοκοκκινισμένο από τις καρπαζιές που θα έφαγε ο μαύρος από τον Οπλονόμο και τον πήγανε μπροστά, για δεύτερο γύρο. -Τί συνέβη ρε παιδιά ; Από δω, από κει, μάθαμε μέσες άκρες τί είχε κάνει το παλιόπαιδο. Έκατσε, λέει, κι έγραψε ένα γράμμα αντεθνικό προς τον Πρωθυπουργό κι όχι μόνο αυτό, αλλά –άκουσον άκουσον- του το ταχυδρόμησε κιόλας, ο αθεόφοβος, όπου εκεί βέβαια το άνοιξαν και το διάβασανε οι γραμματείς και παρατρεχάμενοι του Καραμανλή, έφριξαν οι άνθρωποι -και με το δίκιο τους, εδώ που τα λέμε- και θα ειδοποίησαν αμέσως τους Κυπατζήδες και το Ναυτικό, για τα δέοντα. Βρε τον Σλήμαν, θα του σάλεψε καταπώς φαίνεται, από το πολύ το διάβασμα, δεν εξηγείται αλλιώς, να πάει να κάνει τέτοια αποκοτιά.
(συνεχίζεται, μιάν άλλην φορά, όταν θα 'χω κέφι)

83 σχόλια:

  1. Αν ΕΙΧΕΣ κεφι,δηλαδη,τομο θα εγραφες?
    Αψογος!

    Πιο γνωστη ειναι η Παπαγιαννη ως τρελλοξαδελφη Αθηνα,στην ταινια "Η Δεσποινις διευθυντης",για οσουν αναρωτιουνται ποια ειναι αυτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. χεχε κύριε Ναύαρχε. Πες μας και για καμμιά φουρτούνα. Όλο λάδι η θάλασσα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Τι μου Θύμισες χρόνια είχα να ακούσω τον γαμόσταυρο (79Β! 47ο Υ/ΚΤ)

    Ρίξτε ρε μιά ματιά σε ένα ρημαδοcounter που έχετε γιατί ο IE 8 γίνεται τσιμέντο

    ΑΛΕΚΟΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Αν πρόλαβα να δώ κάτι brave.... κλπ couner έλεγε.

    Ρε Usound επειδή σε κόβω ανήσυχη ύπαρξη τσίμπα μερική λαϊκή Βρεττανική σοφία !

    This is a piece from Shakespeare where Polonius is giving advice to his son Laertes.
    It is a list of rules or ways to behave

    The wind sits in the shoulder of your sail,
    And you are stay'd for. There; my blessing with thee!

    (Telling him that he is in a position of advantage)

    And these few precepts in thy memory

    (Remember what I say)

    See thou character. Give thy thoughts no tongue,
    Nor any unproportioned thought his act.

    (Don't speak without thinking what you say)

    Be thou familiar, but by no means vulgar.

    (Be polite rather than falsly friendly)

    Those friends thou hast, and their adoption tried,
    Grapple them to thy soul with hoops of steel;

    (Keep your real friends, guard their friendship closely)

    But do not dull thy palm with entertainment
    Of each new-hatch'd, unfledged comrade.

    (Be careful of false friends who are familiar before they really know you)

    Beware
    Of entrance to a quarrel, but being in,
    Bear't that the opposed may beware of thee.

    (Be careful in starting arguments as the other person may have the advantage)

    Give every man thy ear, but few thy voice;
    Take each man's censure, but reserve thy judgment.

    (Listen to other people without giving advice easily. If criticised listen but make your own judgement)

    Costly thy habit as thy purse can buy,
    But not express'd in fancy; rich, not gaudy;
    For the apparel oft proclaims the man,
    And they in France of the best rank and station
    Are of a most select and generous chief in that.

    (Wear the best clothes you can afford, but not too ostenatatious as dressing well conveys a favourable impression)
    Neither a borrower nor a lender be;
    For loan oft loses both itself and friend,
    And borrowing dulls the edge of husbandry.

    (Do not borrow or lend money as it could cause resenttment and lose friends)

    This above all: to thine ownself be true,
    And it must follow, as the night the day,
    Thou canst not then be false to any man.

    (Do not deceive yourself as by not doing you will not be decptive to others)

    Farewell: my blessing season this in thee!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Message: Could not complete the operation due to error 800a03e8.
    Line: 3
    Char: 1
    Code: 0
    URI: http://pub9.bravenet.com/counter/show.php?id=405306&usernum=696888827&cpv=2&ref=http%3A//www.blogger.com/comment-iframe.g%3FblogID%3D5284936045791481781%26postID%3D5892262959976863282%26blogspotRpcToken%3D4735884&sw=1280&sh=1024&sc=32


    Και όπως είδες ξηγήθηκα και μετάφραση μη τρέχεις μεσημεριάτικα για λεξικό !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Tnx, Alex!
    Να μας έρχεσαι, να μορφωνόμαστε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. O ΑΡΧΩΝ (όπως από χτες είχε ενημερώσει) έχει επιληφθεί της καταστάσεως στα δύο Λιμάνια. Το τιμόνι βρίσκεται πλέον στα στιβαρά μπράτσα του Ποπάϋ. Καμμία ανησυχία να μην έχετε, μαριδαίοι. Μετά την δεκαήμερη ανάπαυλα, οι προσεκτικώτεροι θα παρατήρησαν ορισμένη κινητικότητα. Είναι ο Άρχων, που καρπαζώνει τον Εγγλέζο.

    Εγγλέζε, σε είχα προειδοποιήσει.
    Dont' fuck with Swear. Παίρνω χαρτιά, παίρνω λεφτά, παίρνω και σώβαρακα μεταξωτά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Μεταξωτα τα φοραει ο Εγγλεζος?Θα εχει επιδεξιο κωλο,φαινεται...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Εσύ να μην ειρωνεύεσαι τον Εγγλέζο, Λούκραινα. Αυτό το δικαίωμα το έχει μόνον ο Άρχων. Άλλωστε, η αξία του ηττημένου είναι αυτή που κάνει μάγκα το Νικητή, δηλαδή εμένα. Ο Εγγλέζος είναι γρήγορος, αλλά όχι αρκετά, ώστε να τα βάλει μαζί μου. Είναι πονηρός, αλλά όχι αρκετά, ώστε να τα βάλει μαζί μου. Είναι έμπειρος, αλλά όχι αρκετά, ώστε να τα βάλει μαζί μου. Όταν λέω "πάνω" τα χαρτιά θα πηγαίνουν πάνω. Όταν λέω "κάτω" τα χαρτιά θα πηγαίνουν κάτω. Όταν λέω "αριστερά" τα χαρτιά θα πηγαίνουν αριστερά. Όταν λέω επιτόπου τροχάδην, τα χαρτιά θα κάνουν επιτόπου τροχάδην. Κι όταν λέω "αλτ", όλοι θα κρατούν την ανάσα τους, στρατιωτάκια ακούνητα κι αμίλητα. Σήμερα είχα πει "πάνω". Θα σκεφτώ τί θα προστάξω αύριο. Αναλόγως με το πώς θα ξυπνήσω.

    Μαριδαίοι !
    Προσοχή ! Άφιξη Αρχηγού Στόλου !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. "Εις τάξιν απάρσεως απ’ τ’ αξημέρωτα" ... μέχρι εκεί διάβασα και πάλι καλά να λέτε, γιατί με παρέσυρε η πλοκή του κειμένου!

    Στην αρχή νόμιζα ότι το έγραφε o usound κατά τη μέση άλλαξα γνώμη, λέω μπα, αποκλείεται τέτοια μακρινάρια με ονόματα και πληροφορίες για Ελληνικό σινεμά και ποδόσφαιρο μαζί, είναι δουλειά του Swear.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Ο,τι προσταξεις,Μεγα Νταη-μ-πουτσου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. Ο συνέταιρος εξελίσσεται σε Καραγατσικό. Πλούσιο λεξιλόγιο, νεολογισμοί, μεταφορές, πλοκή, συγκεκαλυμμένη μελαγχολία. Διανοίγεται οδός ευρεία. Αναμείνατε εξελίξεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. Τσιφόρος

    Elementary my dear Watson

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  14. Το βράδυ στρίμωξα τον Σλήμαν στην κουπαστή.
    -Κάνε τσιγάρο!
    Με κοίταξε με καχυποψία. «Τι βιολί βαράει ετούτος τώρα;» θα σκεφτόταν. «Κάνας ρουφιάνος που θέλει να παίξει τον καλό». Μεγάλος καημός η ατσιγαρία, όμως. Δυόμιση τζούρες και πάπαλα το σιγαρέττο.
    -Κράτα το πακέτο, Σλήμαν. Είμαι τίγκα στις κούτες.
    -Τί θες να μάθεις;
    -Αυτό που ήδη ξέρουν. Αν θες, το βγάζεις.
    Κάτι οι καρπαζιές, κάτι το άδικο, κάτι το μάτι μου το μπιστικό, λύγισε ο Σλήμαν.
    -Άκου και πες μου αν έκανα καλά. Εμένα ο πατέρας μου δεν γούσταρε μπλεξίματα. Ήταν και εκ χαρακτήρος μονίμως στην απέξω. Κι όταν οι συνομήλικοί του πήραν τα βουνά να κάνουνε ζημιά στον κατακτητή, αυτός λούφαξε. Κάτι του ψιθύρισαν και για κομμουνιστική υποκίνηση και την είδε ουδέτερος. Βολεύτηκε στην ταβέρνα τού αδελφού του στην Ηπείρου, «Τα Πλατάνια», και σέρβιρε κάτι Γκεσταπίτες Γερμαναράδες. Είχε να φάει, να πιει, να κοιμηθεί. Έβλεπε κόσμο να σωριάζεται στη μέση του δρόμου απ’ την πείνα και λίγωνε η ψυχούλα του. Στη ζούλα τάιζε και κανένα γνωστό από τ’ αποφάγια. Παραπάνω δεν μπορούσε. Τόσο το ‘λεγε η περδικούλα του.
    Έτσι που λες κύλησε η Κατοχή και την έβγαλε καθαρή. Ήρθαν όμως εκείνα τα ρημάδια τα Δεκεμβριανά. Αποκλεισμένη η Αθήνα, τρόφιμα δεν είχε η ταβέρνα. Σφίξανε τα ζόρια, άρχισαν τα γουργουρητά, στένευε η ζώνη. Σκαρφίστηκαν λοιπόν με τον αδελφό του τη μηχανή. Ποδήλατο, αμολιόνταν στα χωράφια στο Πικέρμι, μάζευαν όσα χορταρικά μπορούσαν. Τα έμπαζαν κρυφά στο αποκλεισμένο από τους Ελασίτες Κολωνάκι , τα πούλαγαν στους παραλήδες εκεί κι έβγαινε το μεροκάματο. Έλα όμως που οι κουφάλες οι Εγγλέζοι ,ό.τι κουνιόνταν κατά Κολωνάκι μεριά, το ντουφέκαγαν με κάτι όλμους ναααα απ’ το Λυκαβηττό. Στο γάμο του Καραγκιόζη πήγαιναν οι περισσότεροι, οι μισοί δεν έσκαγαν καν. Ψιμάρια τα Εγγλεζάκια, εύκολη η δουλειά. Αλλά άμα δε σε θέλει πάει και τελείωσε. Μπόταση και Κωλέττη, που λες, πάει να τρυπώσει ο γέρος, να σπάσει τον αποκλεισμό των Ελασιτών, τσουπ ένας όλμος σκάει δίπλα του. Και ,γαμώ την γκαντεμιά του, εξερράγη κιόλας. Ξύπνησε στην Αγία Όλγα, στη Νέα Ιωνία ,με κομμένο πόδι. Ελασίτικο νοσοκομείο. Τη σκαπούλαρε τουλάχιστον. Έβαλε και ξύλινο ποδάρι και βολευόταν. Ένα παιδί είχε, εμένανε, έκανε τον μικροπωλητή, καθάριζε κι η δόλια η μάνα μου κάτι σπίτια Κολωνακιώτικα, αυτό το Κολωνάκι μας κυνηγούσε πάντα, τα φέρνανε βόλτα. Η ατυχία τους, όμως, ήμανε εγώ. Καλός μαθητής στο σχολειό, έξαφνα τους ξεφούρνισα πως ήθελα να μπω στο Πανεπιστήμιο. «Τι λες, ρε σαφρακιασμένο;» αγρίεψε ο γέρος. «Πού λεφτά για Πανεπιστήμια;» Από δω σου τον έχω, από κει σου τον έχω , «θα δουλέψω παράλληλα», τον έψησα το γέρο και κάνω την αίτηση. Και πάνω κει, προέκυψε τ’ αγγούρι. Πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, το λέγανε. Πάει ο γέρος στην ασφάλεια, στον καθίζουν κάτω κι αρχίζουν τα γλέντια.
    «Πώς το ‘κοψες το ποδάρι,ρε; Τι δουλειά είχες γωνιά Μπόταση και Κωλέττη, ρε; Και γιατί σε πήγαν στο ελασίτικο νοσοκομείο; Θες και πιστοποιητικό για το γιο σου; Να στο σπουδάσουμε κιόλας το κομμούνι;»
    Συνεχίζεται, αν δένει με του συνεταίρου…………….

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  15. Συνέταιρε, δένει και παραδένει. Ρίχτου, να το τελειώσουμε.


    Nαι ρε περίεργε Ανώνυμε. Τσιφόρος, ό,τι πεις εσύ. Μακάρι να 'ναι έτσι. Άμα δεν έμοιαζε και με τίποτα, θα είχαν συμβεί τα εξής δύο : α) θα είχαμε πάρει Νόμπελ λογοτεχνίας β) ασφαλώς και ΔΕΝ θα δημοσιεύαμε τα (επιπέδου Νόμπελ) κείμενά μας σ' ένα Blog που το λένε "Αλή Μπαμπά", να τα διαβάζουμε αναμεταξύ μας και να μας κρίνει αποπάνω και ο κάθε ΑΝΩΝΥΜΟΣ.

    Εσύ τώρα, σειρά σου.Bρες ένα νικ. Γράψε μας ένα δικό σου κείμενο, να δούμε τί ψάρια πιάνεις κι εσύ. Και πού ξέρεις. Μπορεί να πάρεις ΕΣΥ εκείνο το Νόμπελ που λέγαμε. Να 'χουμε και μεις μετά να λέμε, πως από δω μέσα ξεπήδησε το ταλέντο σου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  16. αΜΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕ! Ρίχτου, αλύπητα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  17. ok, μην κλεισετε το θεμα για κανα διμηνο, να μη χασω τον ειρμο μου...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  18. Άμα είναι να περιμένουμε ολόκληρο Δοστογιέφσκι, χαλάλι του!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  19. καποια κοριτσια εχουν χαθει ρε συ γιου, παιζει κατι που δεν ξερω;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  20. Ολόκληρη Ναυμαχία και εξελίσσεται σε νέο "μυθιστόρημα των τεσσάρων" . Καλό ακούγεται.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  21. Ελεος,σημερα βρηκες να γραψεις κι εσυ τετοιο σεντονι,usound?Καθε δυο σειρες μου κλεινουν τα ματια,τρομαξα να το διαβασω.

    Ελπιζω μονο να μην ειναι των χοιρων,αυτη που εχω αρπαξει.Πω,πω,πως νυσταζω!Κουτουλαω!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  22. Στους τέσσερις συμπεριλαμβάνετε κι ο μπλουζ; Οϊμέ! Του αγίου νταϊμπούτσου θα τελειώσει!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  23. OYK Παντός πλειν εις Κόρινθον
    (για δικό μου πόνημα),
    για καλό το είπα κύριε Αλ μην μου την πέφτεις το διάβασα απνευστί και ήταν εξαιρετικό με ειδικές ακριβείς και νοσταλγικές αναφορές και πικρό χιούμορ.
    Συγνώμη, ένοιωσα ότι βρίσκομαι σε κλειστό Club

    νικ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  24. των χοιρων ειναι ιδιομορφη, αδυνατον να μην την ξεχωρισεις...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  25. Τι το ξεχωριστο εχει,μπλουζ,που την καθιστα και ιδιομορφη?Λεγε να τρομαξω...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  26. τη γριπη εννοουσα βρε, που πηγε το μυαλο σου;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  27. καλα, ο γκουρου του στοιχηματος βουλωμενο γραμμα διαβαζει... μπουχαχαχαχαχαχαχα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  28. πΡΌΣΕΧΕ ΤΑ ΛΌΓΙΑ ΣΟΥ, Μπλουζ, γιατί ο γκουρού τυγχάνει και νονός!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  29. Προς ανώνυμο νικ. Το "ουκ", δεν κολλάει!Εκτός κι αν εννοείς Ο.Υ.Κ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  30. και βαζελος βαμμενος, εγω φταιω μετα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  31. Και ξέρει ν ανεβάζει και βίντεο! Πού τον κονομήσαμε τούτον;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  32. Μαλάκα Bluesman, γκουρού της Jaso, αυτός ο πιτσιρικάς θα σου πάρει τα σώβρακα, σε στοιχήματα, αγορές, γκόμενες, σκάκια, τάβλια, στα πάντα. Έχει μάτι γατίσιο, σαν κι εμένα και τον Usound. Πού να τον πιάσεις εσύ, βρε καρπαζοταρίφα της STP ?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  33. Τί σώβρακα να πάρει τούτος; Έχει 40 ποστ κι ένα σχόλιο! ουχαχα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  34. ουουουαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχα, δε γεννηθηκε ακομη αυτος που θα με κερδισει στο ταβλι... και στο κουμαρι γενικα... οποιος ενδιαφερεται ειμαι διαθεσιμος... καλα για γκομενες δε σχολιαζω καν... τσου ρε πιτσιρικαδες...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  35. 2-0, μπουχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  36. Μάγκες κομμένες οι μαλακίες βλέπω Gray's -χαμένο επεισόδιο- έχεις δίκηο δεν είναι ΟΥΚ είναι ΟΥ και δεν είναι Ο.Υ.Κ είναι ΜΥΚ.
    Παιδιά μου φτιάξατε την διάθεση
    ΑΛΕΚΟΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  37. -Δε μου λες ρε συ ΑΛΕΚΟ, αυτή η καργιόλα που έχουν βάλει για πρωταγωνίστρια στο Γκρέϊς Ανάτομυ, υποτίθεται ότι είναι ωραία ?

    Κατ' αρχήν αυτή, είτε είναι πενηντάρα είτε έχει κάνει στη ζωή της κάθε κατάχρηση που μπορείς να φανταστείς, από ντρόγκες μυστήριες μέχρι παρτούζες με διμοιρίες των ΕΚΑΜ.

    Τί ειδικευόμενη ? Ακόμα ειδικευόμενη είναι, σ' αυτή την ηλικία ? Πότε τελείωσε την Ιατρική, στα 47 ? Έλεος. Λίγη προσοχή στο κάστινγκ δεν βλάπτει. Αν και υποψιάζομαι ότι το κάστινγκ εν προκειμένω το έχει κάνει απότακτος των ΕΚΑΜ, παλιός γνωστός από την εποχή της παρτούζας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  38. αμαν βρε λουκρη, ολο εκει το εχεις το μυαλο σου...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  39. Το ποιο?
    Τι λες,βρε μπλουζ?Θα τ'ακουει κι ο Πρωτ και θα με καθαιρεσει!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  40. Ναι! Επιδεικνύει τη ρώμη του! ουχαχαχαχα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  41. Ναι, πολύ ρωμαλέου. Πράγμα που εξανεμίζει τις -έστω και απλώς μαθηματικές- πιθανότητες να τον γνώρίσεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  42. Και την καμπούρα ! Και το γυάλινο μάτι !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  43. Κατά τα λοιπά, μια χαρά είν' ο άνθρωπος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  44. Τι να κάνω, αφου τελείωσε ο HOUSE με τον Laurie τον George ντε του Blackadder, τρωω στη μάπα την Pompeo, και παρεπιπτόντως συγχαρητήρια για το σχόλιο σου στον Sharehold..., για την απαράδεκτη ανάρτηση του στο capital blog του, κατα τα άλλα η έκφρασή μου για την ΑΛΤΕΚ τους πείραξε.
    Α και σε θυμήθηκε ο Εμπεδοκλής για ένα post σου για τον ΟΛΠ.

    Καλή Νύχτα ΑΛ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  45. Ναι, Νάντια! Να προσθέσω και το γάντζο στο ζερβί!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  46. Αν ειναι να τον γνωρισω και να παω απο καρδιακη την ιδια στιγμη,αστο να παει στα κομματια,swear!Eιμαι κι ευσυγκινητη,βλεπεις...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  47. -Γιατί Νάντια ? -Τί σε πείραξε ? Τα πολλά αξεσουάρ του ανθρώπου ?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  48. οχι! το ονομα! αν ΗΤΑΝ ετσι που τον περιγραφετε, μαυρο πειρατη επρεπε να τον λενε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  49. Καληνύχτα ΑΛΕΚΟ. Βάζε όμως όνομα ρε άνθρωπε, θ' ακούσεις μπινελίκια καμμιά ώρα, τζάμπα και βερεσέ, δίχως να φταίς δηλαδή. Είμαστε κάπως εύθικτοι εδώ μέσα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  50. Νάντια, το παρατσούκλι του Πρωτ στην αθηναϊκή νύχτα, είναι "ο Γάντζος". Καταλαβαίνεις για ποιό λόγο....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  51. Η λαϊκη σοφια,παντως,λεει οτι ο ανδρας αρκει να ειναι λιγο πιο ομορφος απ'τον διαολο,καλος χρειαζεται να ειναι.Τον θαψατε τον Πρωτ,ζηλιαρηδες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  52. το καλός , σχετικο ειναι, ενω το ομορφος , πολυ συγκεκριμενο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  53. Ρε Νάντια, πότε θα καταλάβεις πως το μπλογκ δεν διατίθεται για καμάκι;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  54. Έχει δίκιο η Νάντια. Ας πούμε εγώ. Πανέμορφος. Ο Usound. Kούκλος. Θεογκόμενοι, με αντικειμενικά κριτήρια. Οκέϋ, δεν το διαφημίζουμε κιόλας, αλλά δεν μπορούμε και να το κρύψουμε.

    Όσο για τον Πρωτ ? Καλός.
    (με την έννοια και τα κριτήρια της Λούκραινας)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  55. Αργείς να πληροφορηθείς. Ελπίζω να είσαι γρήγορη στην αντίληψη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  56. Αναρτηστε την φωτο σας,βρε,αν σας παιρνει!Αλαιν Ντελον ο ενας,Μπαρκουλης ο αλλος....Ιδου το μπλογκ,ιδου και το πηδημα[η μηπως δεν το λενε ετσι?]

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  57. του ενος την φωτογραφια, την εχουμε θαυμασει, Λουκρη .

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  58. Σιγά να μη σου στείλουμε και καρτ-ποστάλ με αυτόγραφο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  59. Λιγο στη μυτη χανεις στην ομοιοτητα με τον Μπαρκουλη.Κατα τ'αλλα,φτυστος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  60. Μόνο μη μας τιμωρήσει με καμιά δικιά της, συνέταιρε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  61. Όντως, Λούκρη! Την είχε μεγάλη ο Μπάρκουλης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  62. εγω δεν θυμαμαι, τι σημασια εχει, ολοι καλοί ειμαστε .

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  63. Εμ, γι αυτό φυλαγόμαστε. Άσε πια το κακό το μάτι !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  64. Ο Εγγλέζος θα εχει νεύρα αύριο, επειδή έχασε από τους Ισπανούς. Θα τον ξανα-καρπαζώσω, για να έρθει στα ίσα του. Μαριδαίοι κρατηθείτε, θα χαμηλώσω λίγο τις τιμές, θα τραβήξω κάτω τη ζήτηση, να του πάρω κομμάτια κοψοχρονιά. Μην ανακατευτείτε, καθήστε στην άκρη και δείτε τα δύο θηρία να παλεύουν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  65. Mαριδαίοι, προσοχή ! Άφιξις Λιμενάρχου.
    Σας είχα προειδοποιήσει από προχτές ότι ΑΝΕΚΤΗΣΑ τον έλεγχο των Λιμένων, έπειτα από ολιγοήμερο διάλειμμα, λόγω οικογενειακών υποχρεώσεων.

    Από εκείνη τη στιγμή, τα αποτελέσματα στο ταμπλώ είναι τουλάχιστον ενυπωσιακά. Τον ξεβράκωσα τον πιτσιρικά τον Εγγλέζο.
    Εν τω μεταξύ βλέπω τη Λούκραινα να κονομάει χοντρά και από εκείνο το μικρό που της σφύριξα. Να βγει παντελονάτη, να πεί εάν κονομάει ή όχι. Και να μας πεί και πόσα κονομησε από το ΤΤ, όπου έδωσα σημεία εισόδου εξόδου. Να μην πει το χαρτί όμως, όχι ακόμη. Μόλις σφυρίξω διανομή, τότε θα μιλήσεις, παπαγάλε-Λούκραινα.

    Και το κυριώτερο : Δεν περιμένω καν να μου πείτε ευχαριστώ. Μου αρκεί η ευγνωμοσύνη στα ματια σας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  66. Εχω τσιμπησει 4.000 τεμαχια κι ειμαι σε καλο δρομο.ΑΝΑΜΕΝΩ ΤΗΝ ΕΚΡΗΞΗ.ΤΤ?Καλουτσικα τα πηγα,considering...Κρατικοχαρτα κι αλλεργια για μενα συμβαδιζουν,αλλα την περασα ελαφρα,στο ποδι.Γρηγορη εισοδος,ταχεια εξοδος,δεν προλαβαν να φουντωσουν τα εξανθηματα.Καλα ηταν,παντα τετοια.Να'σαι καλα να εχεις εμπνευσεις.Και ριχνε κανα πμ,ο,τι σου κατεβασει η κουτρα,ποτε δεν ξερεις.Η δικη σου δεν ξερω αν κατεβαζει και ψειρες,απο χαρτακια,ομως,δεν εχω παραπονο...

    ΑπάντησηΔιαγραφή