Στην αρχή ήταν δυο. Μετά τρεις, και στο τέλος πέντε. Αφού κουβέντιασαν τα επαγγελματικά τους , το γύρισαν στο καλαμπούρι και στα μπυρόνια Κι επειδής τους έκοψε η λόρδα, κατέβασαν καμιά εικοσαριά καραβίδες νούμερο 1, τρία κιλά συναγρίδα, χώρια τις καβουρομάνες, τις ψίχες, δέκα γαύρους ψητούς, πέντε έξη θράψαλα και κάτι άμοιρα βραστά λαχανικά. Ένας μάλιστα πήγε να ρευτεί, αλλά ο ήχος μπερδεύτηκε και βγήκε από την έξοδο κινδύνου στο πίσω μέρος τού οικοδομήματος.
Ο ίδιος έριξε και την ιδέα.
-Ρε, δεν πάμε καμιά τσάρκα;
-Σούρωσες, ρε; Μπουρδελότσαρκα πενηντάρηδων; Θα γελάσουν κι οι τσατσάδες!
-Ουστ, κωθώνια! Κυριλέ πράγματα!
-Ήτοι; ρώτηξε ο Τζάρτζανος της παρέας.
-Στριπ!
-Σόου;
-«Ουάου!», ανεφώνησαν οι λοιποί.
-Ποιος θα μείνει στεγνός;
Μούγκα στη στρούγκα.
-Κλήρος!
Βγήκαν τα σπιρτόξυλα, τράβηξε ο κοντός το πιο κοντό, στραβομουτσούνιασε, αλλά έκατσε στο τιμόνι τής Καγιέν.
-Έτσι και πιεις ,ζουμπά, τη γάμησες!
-Ρε παιδιά, και κοντός και στεγνός;
-Τυχερός είσαι! Θα σου κάτσει η οικολόγα. Φοβερός πάτος!
Άφιξις. Ο παρκαδόρος γουρλώνει τα μάτια νομίζοντας πως το θηρίο κινείται άνευ οδηγού. Κοντοζυγώνει, αντιλαμβάνεται το σφάλμα του και δείχνει με το χέρι.
-Εκεί!
Πόρτες ανοίγουν, οκτώ κανιά ακουμπάνε στο τσιμέντο. Τού οδηγού αργούνε.
-Άντε, ρε!
-Παιδιά, βοήθεια! Φοβάμαι!
-Τι φοβάσαι, ρε; Τις γκόμενες;
-Όχι. Το ύψος!
Τελικά, παίρνει την απόφαση ο κοντός και σαλτάρει από το κάθισμα δίκην πιθηκοειδούς. Ευτυχώς προσγειώνεται όρθιος.
-«Ανήλικοι δεν επιτρέπονται!», πετάγεται ο παρκαδόρος.
-«Ρε άει στο διάολο, καραφλογιεγιέ!», αρπάζεται ο Ρίζος και του κολλάει ένα φτυσμένο δεκάρικο στο κούτελο.
Είσοδος. Μουσική εκκωφαντική, φώτα χαμηλά, πίστα στο κέντρο, μια τσίτσιδη κουλουριάζεται γύρω από ένα σωλήνα, τραπεζάκια γύρω από την πίστα, καναπέδες τεράστιοι στα πλαϊνά.
Ένας ταλαίπωρος ασπρομάλλης πλησιάζει. Ύφος μαιτρ της Μεγάλης Βρετανίας.
-Τέσσερα άτομα;
-«Και μισό!», του τη χώνει ο ζουμπάς.
-Απλό ποτό;
-«Ναι! Πορτοκαλάδα!», του την ξαναμπαίνει ο κοντός.
Ο ρίξας την ιδέα ,και κατά κοινή ομολογία εμπειρότερος, παρεμβαίνει.
-Βάλε μας στους καναπέδες.
-Ξέρετε, εκεί πρέπει ν’ ανοίξετε σαμπάνιες.
-Ε, και;
Στρογγυλοκάθονται οι μεσήλικες, χαλαρώνουν οι λαιμοδέτες.
-Τσάκω ένα μπουκαλάκι μαύρο, ένα χυμό κι ένα σκαμνάκι.
-Σκαμνάκι;
-Δεν βλέπεις που τα πόδια τού Βράνκοβιτς είναι στον αέρα;
-"Μαλάκες, θα φύγω!", τσινάει ο ζουμπάς.
Παγάκια, ποτήρια, ξηροκάρπια, ο χυμός τού «μικρού» και το μπουκαλάκι απλώνονται στο τραπέζι. Ο «μαιτρ» σερβίρει με μεγαλοπρέπεια αρχαίου οινοχόου.
-«Χαρά Θεού!»,αναφωνεί ο σεμνός της παρέας
Μισοτσίτσιδες δίμετρες παρελαύνουν στους διαδρόμους ρίχνοντας κλεφτές ματιές προς την ώριμη μάζωξη. Ο τάπας έχει την τύχη να κάθεται στην άκρη. Μια μαύρη που θα έκανε για σέντερ των Σικάγο Μπουλς στρογγυλοκάθεται δίπλα του. Ο κοντός ζαρώνει σα βρεγμένη γάτα. Η γαζέλα ακάθεκτη προχωράει στην επίθεση.
-Αχ, τί γλυκούλης!
Τα χάχανα σκεπάζουν ακόμη και τη φωνή του Μάικλ Τζάκσον που ξεχύνεται απ’ τα μεγάφωνα.
Ο έμπειρος σηκώνει τη χερούκλα του. Ο «μαιτρ» τσακίζεται.
-Ορίστε!
-Μια σαμπάνια στην κοπέλα.
-Τί σαμπάνια;
-Μάρκα θες; Ντομ Περινιόν!
-Εννοώ πίκολο, μέτρια ή κανονική;
-Κανονική!
Ο συντήρας απορεί.
-Τί σημαίνουν οι κατηγορίες;
-Πίκολο, ένα τέταρτο, μέτρια μισή ώρα, κανονική μία ώρα.
-Και οι τιμές;
-50, 100, 300.
-Φαρμακείο, αδελφάκι μου! Και τί περιλαμβάνει το μενού;
-Κάτσε και θα δεις.
Με την έλευση τής σαμπάνιας ο κοντός χάνεται στην αγκαλιά τής γαζέλας. Ένα χαμόγελο ηδυπαθές διαγράφεται στα χείλη του. Οι λοιποί ξερογλείφονται.
Αίφνης τέσσερις κόμματοι κατευθύνονται με βηματισμό τσολιά στους καναπέδες. Τρυπώνουν ανάμεσα στους μπισμπίκηδες , καβαλώντας τα γόνατα τού άλλου κωλόφαρδου ακριανού.
Σαμπάνιες τέσσερεις, κανονικές περικαλώ, πίτσι πίτσι , γούτσου γούτσου, ζάτσα ζούτσα. Ο ζουμπάς, ξάφνου, θεάται με ανοιχτό πουκάμισο.
-«Κούκλε μου, η γούνα σου!», τον πειράζει ο έμπειρος.
Και να σου οι δεύτερες και να σου οι τρίτες και οι τέταρτες, οι σαμπάνιες ντε, καπάκι τα τέιμπλ ντανς, εξαφανίζονται οι γραβάτες, χάνονται οι ζώνες, τσαλακώνονται τα πουκάμισα, ανακατεύονται τα μαλλιά των εχόντων, αναστεναγμοί ξεφεύγουν κάπου κάπου.
-Λογαριασμό!
-10000.
-Κοντέ, σκάσε το διχίλιαρο!
-Δυο χιλιάδες η πορτοκαλάδα;
-Μαζί με το πασπάτεμα!
Ο κοντός μπροστά, οι τέσσερις από πίσω, οι πόρτες της Καγιέν ξανανοίγουν, ο ζουμπάς ξαναπετυχαίνει το σάλτο κι αρχίζει η διανομή.
-«Μαλάκες, βρωμοκοπάμε πατσουλί!», ανακαλύπτει ο σεμνός. «Κι έχω και κραγιόν στο πουκάμισο!».
«Το νου σας, κωθώνια!», συμβουλεύει ο έμπειρος. «Λέμε την αλήθεια! Μπλέξαμε σ’ ένα κωλάδικο και μας πήρε ο διάολος.. Οι κάργιες πρωί πρωί θ’ αρχίσουν τα τηλεφωνήματα αναμεταξύ τους. Σταθερή γραμμή εμείς, είμαι άντρας και το κέφι μου θα κάνω, θυμηθήκαμε τα νιάτα μας και τα τοιαύτα! Ξέρετε!».
-Φρένο, κοντέ!
Κόκκαλο ο κοντός, τα δέντρα μιας πλατείας ποτίζονται μέχρις πνιγμού, επανεπιβίβασις, τέσσερις στάσεις, καληνύχτες.
Ο ζουμπάς δεν μπορεί να αποχωριστεί ένα χαμόγελο ικανοποίησης καθώς κρύβει το χαρτάκι με το τηλέφωνο τής γαζέλας στο ντουλαπάκι τού συνοδηγού.
Ο ίδιος έριξε και την ιδέα.
-Ρε, δεν πάμε καμιά τσάρκα;
-Σούρωσες, ρε; Μπουρδελότσαρκα πενηντάρηδων; Θα γελάσουν κι οι τσατσάδες!
-Ουστ, κωθώνια! Κυριλέ πράγματα!
-Ήτοι; ρώτηξε ο Τζάρτζανος της παρέας.
-Στριπ!
-Σόου;
-«Ουάου!», ανεφώνησαν οι λοιποί.
-Ποιος θα μείνει στεγνός;
Μούγκα στη στρούγκα.
-Κλήρος!
Βγήκαν τα σπιρτόξυλα, τράβηξε ο κοντός το πιο κοντό, στραβομουτσούνιασε, αλλά έκατσε στο τιμόνι τής Καγιέν.
-Έτσι και πιεις ,ζουμπά, τη γάμησες!
-Ρε παιδιά, και κοντός και στεγνός;
-Τυχερός είσαι! Θα σου κάτσει η οικολόγα. Φοβερός πάτος!
Άφιξις. Ο παρκαδόρος γουρλώνει τα μάτια νομίζοντας πως το θηρίο κινείται άνευ οδηγού. Κοντοζυγώνει, αντιλαμβάνεται το σφάλμα του και δείχνει με το χέρι.
-Εκεί!
Πόρτες ανοίγουν, οκτώ κανιά ακουμπάνε στο τσιμέντο. Τού οδηγού αργούνε.
-Άντε, ρε!
-Παιδιά, βοήθεια! Φοβάμαι!
-Τι φοβάσαι, ρε; Τις γκόμενες;
-Όχι. Το ύψος!
Τελικά, παίρνει την απόφαση ο κοντός και σαλτάρει από το κάθισμα δίκην πιθηκοειδούς. Ευτυχώς προσγειώνεται όρθιος.
-«Ανήλικοι δεν επιτρέπονται!», πετάγεται ο παρκαδόρος.
-«Ρε άει στο διάολο, καραφλογιεγιέ!», αρπάζεται ο Ρίζος και του κολλάει ένα φτυσμένο δεκάρικο στο κούτελο.
Είσοδος. Μουσική εκκωφαντική, φώτα χαμηλά, πίστα στο κέντρο, μια τσίτσιδη κουλουριάζεται γύρω από ένα σωλήνα, τραπεζάκια γύρω από την πίστα, καναπέδες τεράστιοι στα πλαϊνά.
Ένας ταλαίπωρος ασπρομάλλης πλησιάζει. Ύφος μαιτρ της Μεγάλης Βρετανίας.
-Τέσσερα άτομα;
-«Και μισό!», του τη χώνει ο ζουμπάς.
-Απλό ποτό;
-«Ναι! Πορτοκαλάδα!», του την ξαναμπαίνει ο κοντός.
Ο ρίξας την ιδέα ,και κατά κοινή ομολογία εμπειρότερος, παρεμβαίνει.
-Βάλε μας στους καναπέδες.
-Ξέρετε, εκεί πρέπει ν’ ανοίξετε σαμπάνιες.
-Ε, και;
Στρογγυλοκάθονται οι μεσήλικες, χαλαρώνουν οι λαιμοδέτες.
-Τσάκω ένα μπουκαλάκι μαύρο, ένα χυμό κι ένα σκαμνάκι.
-Σκαμνάκι;
-Δεν βλέπεις που τα πόδια τού Βράνκοβιτς είναι στον αέρα;
-"Μαλάκες, θα φύγω!", τσινάει ο ζουμπάς.
Παγάκια, ποτήρια, ξηροκάρπια, ο χυμός τού «μικρού» και το μπουκαλάκι απλώνονται στο τραπέζι. Ο «μαιτρ» σερβίρει με μεγαλοπρέπεια αρχαίου οινοχόου.
-«Χαρά Θεού!»,αναφωνεί ο σεμνός της παρέας
Μισοτσίτσιδες δίμετρες παρελαύνουν στους διαδρόμους ρίχνοντας κλεφτές ματιές προς την ώριμη μάζωξη. Ο τάπας έχει την τύχη να κάθεται στην άκρη. Μια μαύρη που θα έκανε για σέντερ των Σικάγο Μπουλς στρογγυλοκάθεται δίπλα του. Ο κοντός ζαρώνει σα βρεγμένη γάτα. Η γαζέλα ακάθεκτη προχωράει στην επίθεση.
-Αχ, τί γλυκούλης!
Τα χάχανα σκεπάζουν ακόμη και τη φωνή του Μάικλ Τζάκσον που ξεχύνεται απ’ τα μεγάφωνα.
Ο έμπειρος σηκώνει τη χερούκλα του. Ο «μαιτρ» τσακίζεται.
-Ορίστε!
-Μια σαμπάνια στην κοπέλα.
-Τί σαμπάνια;
-Μάρκα θες; Ντομ Περινιόν!
-Εννοώ πίκολο, μέτρια ή κανονική;
-Κανονική!
Ο συντήρας απορεί.
-Τί σημαίνουν οι κατηγορίες;
-Πίκολο, ένα τέταρτο, μέτρια μισή ώρα, κανονική μία ώρα.
-Και οι τιμές;
-50, 100, 300.
-Φαρμακείο, αδελφάκι μου! Και τί περιλαμβάνει το μενού;
-Κάτσε και θα δεις.
Με την έλευση τής σαμπάνιας ο κοντός χάνεται στην αγκαλιά τής γαζέλας. Ένα χαμόγελο ηδυπαθές διαγράφεται στα χείλη του. Οι λοιποί ξερογλείφονται.
Αίφνης τέσσερις κόμματοι κατευθύνονται με βηματισμό τσολιά στους καναπέδες. Τρυπώνουν ανάμεσα στους μπισμπίκηδες , καβαλώντας τα γόνατα τού άλλου κωλόφαρδου ακριανού.
Σαμπάνιες τέσσερεις, κανονικές περικαλώ, πίτσι πίτσι , γούτσου γούτσου, ζάτσα ζούτσα. Ο ζουμπάς, ξάφνου, θεάται με ανοιχτό πουκάμισο.
-«Κούκλε μου, η γούνα σου!», τον πειράζει ο έμπειρος.
Και να σου οι δεύτερες και να σου οι τρίτες και οι τέταρτες, οι σαμπάνιες ντε, καπάκι τα τέιμπλ ντανς, εξαφανίζονται οι γραβάτες, χάνονται οι ζώνες, τσαλακώνονται τα πουκάμισα, ανακατεύονται τα μαλλιά των εχόντων, αναστεναγμοί ξεφεύγουν κάπου κάπου.
-Λογαριασμό!
-10000.
-Κοντέ, σκάσε το διχίλιαρο!
-Δυο χιλιάδες η πορτοκαλάδα;
-Μαζί με το πασπάτεμα!
Ο κοντός μπροστά, οι τέσσερις από πίσω, οι πόρτες της Καγιέν ξανανοίγουν, ο ζουμπάς ξαναπετυχαίνει το σάλτο κι αρχίζει η διανομή.
-«Μαλάκες, βρωμοκοπάμε πατσουλί!», ανακαλύπτει ο σεμνός. «Κι έχω και κραγιόν στο πουκάμισο!».
«Το νου σας, κωθώνια!», συμβουλεύει ο έμπειρος. «Λέμε την αλήθεια! Μπλέξαμε σ’ ένα κωλάδικο και μας πήρε ο διάολος.. Οι κάργιες πρωί πρωί θ’ αρχίσουν τα τηλεφωνήματα αναμεταξύ τους. Σταθερή γραμμή εμείς, είμαι άντρας και το κέφι μου θα κάνω, θυμηθήκαμε τα νιάτα μας και τα τοιαύτα! Ξέρετε!».
-Φρένο, κοντέ!
Κόκκαλο ο κοντός, τα δέντρα μιας πλατείας ποτίζονται μέχρις πνιγμού, επανεπιβίβασις, τέσσερις στάσεις, καληνύχτες.
Ο ζουμπάς δεν μπορεί να αποχωριστεί ένα χαμόγελο ικανοποίησης καθώς κρύβει το χαρτάκι με το τηλέφωνο τής γαζέλας στο ντουλαπάκι τού συνοδηγού.
Μα ποιός είσαι ρε παιδί μου...ο Μπουκόφσκι; χεχεχε...
ΑπάντησηΔιαγραφήΠερίπου. Στο γράψιμο υπολείπομαι κατά τι, αλλα κατά τ' άλλα...............
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπό την άλλη αυτοί οι τύποι μου θυμίζουν και λίγο αδελφούς Ντάλτον ΧΑΧΑΧΑ...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλόοοοοοοο! Ο κοντός, πάντως, όλα τα λεφτά!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι, ναι αφού τον αβαντάρεις τον κοντό. Η αλήθεια είναι ότι κάτι τέτοιοι κοντοί μόνο στο σινεμά γράφουν, Ντάνυ ντε Βίτο, Ρίζος, Βαλαβανίδης, Πιατάς...έχεις κινηματογραφική γραφή usound, στο είπα και την άλλη φορά, πάρε κάμερα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτάκα, γιατί δεν θέλω πολύ να την δω Σπίλμπεργκ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣπιλμπεργκ, δε τρεχει τιποτα.μην τη δεις Ταρκοφσκι .
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλά ντιλίβερι σε γραφείο έτρωγαν αυτοί πριν ξεκινήσουν την τσάρκα;
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι. Στην Σπονδή. Αλλά ,πού να ξέρεις εσύ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑ! Επί τη ευκαιρία, κάποιος που το έπαιζε Κινέζος στο πιγκ-πογκ, έχασε σήμερα 7-1!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕ! βέβαια! που να τα ξέρω εγώ η φτωχούλα κι άβγαλτη τα πρωτευουσιάνικα στέκια!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλό, καλό της Νάντιας , άκου Ταρκόφσκι χαχαχα...
ΑπάντησηΔιαγραφήτώρα μούρχονται στο μυαλό και οι αδελφοί Μαρξ ( τι γέλιο ). Ωραία θα τους πήγαινε το παραπάνω θεματάκι...
Το άβγαλτη δεν πείθει, καθότι Πατρινιά!
ΑπάντησηΔιαγραφήε, ναι, ο Σπηλμπεργκ, μετριοτης.
ΑπάντησηΔιαγραφήπαίζεις και πιγκ πογκ usound;
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλά μην το δένεις κόμπο, έπρεπε να βάλω δύο επιθετικούς προσδιορισμούς λόγω μόδας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΡε, για τον Καλογήρου με περάσατε κι αρχίσατε το ψιλό γαζί;
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα πάντα παίζω! Ρώτα το συνεταίρο, πώς του πήρα τα σώβρακα!
ΑπάντησηΔιαγραφήκλέφτη μου έκλεψες τη λέξη "γαζί" από τον τίτλο του ποστ μου, θέλω πνευματικά δικαιώματα
ΑπάντησηΔιαγραφήΆμα κάνεις table dance!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜια και περί κοντών ο λόγος, να μην ξεχάσω τον φοβερό Χρήστο Ευθυμίου του παλιού καλού ελληνικού κινηματογράφου, "ένας βλάκας και μισός" κ.λπ. Η σκηνή από την ταινία "ο γυναικάς" που τσιμπάει τον πισινό της γκόμενας μές στην μέση του δρόμου, ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΆντε καληνύχτα
Πού τον θυμήθηκες, ρε θηρίο; Αμ η φωνή του;
ΑπάντησηΔιαγραφήοι κοντοι ενδεικνυνται για κωμωδιες.
ΑπάντησηΔιαγραφήεξαιρουνται οι: Αλ Πατσινο και Νταστιν Χοφμαν.
Κι οι σύζυγοι!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Usoundιος κοντος μηπως να αποτελεσει κενρικο ηρωα του ποστ strip ΙΙ; Φαινεται για ακατεργαστο ταλεντο!.Κινηματογραφικα τωρα.Eνας ειναι ο απολυτος κοντος.Ο μεγαλος Joe Pesci.O καλυτερος μαφιοζος, με μονιμως λυμενο το ζωναρι για καβγα,γκομενακιας και ασταματητα αθυροστομος.Με αυτον να παει κανεις τσαρκα και -αμα γυρισει ζωντανος-θα λεει ιστοριες για κανα χρονο.
ΑπάντησηΔιαγραφή(το βιντεακι εχει και καποιες βιαιες σκηνες απο Casino και GoodFellas)
video
καποιες ? αυτος ειναι χασαπης κανονικος!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚοίτα να δεις που το κεντρικό νόημα ήταν η γαζέλα κι αναδείχθηκε ο κοντός!
ΑπάντησηΔιαγραφήδεν ειναι εποχες τωρα για σαμπανιες, θα αρκεστω στο παλιο καλο φραπεδακι...
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτάκα, γιατί ανοίγεις μείζον θέμα! Αν το βάλεις καθαρά οικονομοτεχνικά, η σαμπάνια συμφέρει!
ΑπάντησηΔιαγραφήεχεις ετοιμη οικονομοτεχνικη αναλυση; ισως ειναι αληθεια αν συνυπολογισεις κοινωνικες παραμετρους...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑκριβώς! Χώρια που στη σαμπάνια εμπεριέχονται κι όσοι φραπέδες θες δωρεάν. Αρκεί να τους πιείς μέσα στην ώρα.
ΑπάντησηΔιαγραφήπρεπει να εχεις φοβερο στομαχι για να τα καταφερεις... τουλαχιστον... μπουουχαχαχαχαχα
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπό στομάχι, νο προμπλέμ!
ΑπάντησηΔιαγραφήκαληνυχτω νωρις, παρακαλω δαβιβασε στην ευη τους χαιρετισμους μου μαζι με τις απαντησεις σου στις αποριες της περι ροφηματων, η ναντια δε νομιζω να χρειαστει εξηγησεις, σκετα χαιρετισματα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπορίες τής Εύης περί ροφημάτων δεν ανίχνευσα. Ό σο για τη Νάντια, τελεί εν αγνοία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρα στην παρέα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΉλθα, είχα πάει τσάρκα στην Πάτρα, από φραπέ νες και άλλα καφεϊνούχα ροφήματα ρωτήστε ό,τι θέλετε. Καθημερινά καταναλώνω αμέτρητους. Παλιότερα σέρβιρα ολόκληρη πλατεία από δαύτα.
Πωπώ, τάπαααααααααααααα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαίξε κανένα πινγκ-πονγκ καλύτερα(αν και εκεί δεν τα καταφέρνεις!!!).....
ΑπάντησηΔιαγραφήΜην τον παρεξηγείτε! Μικρός είναι, αλλά εξελίξιμος υπό προϋποθέσεις.........
ΑπάντησηΔιαγραφήδεν σε πιανω, blues , δεν σε πιανω!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤί δεν πιάνεις; "Το παλιό καλό φραπεδάκι";
ΑπάντησηΔιαγραφήδυστυχως ετσι ειναι η ναντια γιου, θελει να την πιανουμε αλλα εκεινη να μη μας πιανει, χαθηκε και το λουκρακι που μας επιανε με την πρωτη χωρις πολλα-πολλα...
ΑπάντησηΔιαγραφήδεν πεταγομαστε μεχρι την πατρα; η ευη φαινεται να ειναι μαστερ στο φραπε...
Ναι! Μεγάλο ταλέντο! Και τόσον καιρό έπαιζε πάγκο!
ΑπάντησηΔιαγραφήδε χαθηκε μονο η Λουκρη.....
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήουουουουαχαχαχαχαχαχαχαχαχα!!!!!!!!!!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήμη μου πεις οτι αυτος ειναι ο λογος της εξαφανισης... και πως να χασεις με το γκουτσι πες μου, και ευκολη νικη και γκομενακι ριχνεις με το ιδιο ρουχο...
Σου λέω , ακόμη τρέχει να κρυφτεί!
ΑπάντησηΔιαγραφήαρα, το Gucci κερδισε !
ΑπάντησηΔιαγραφήσυν του οτι ο Μεγας Λιμεναρχης ισως σκεφτηκε: φιλος ειναι, αστον να κερδισει !
Tοκ-τοκ.Ειναι κανεις εδω;
ΑπάντησηΔιαγραφή